Η παιδική κακοποίηση είναι μια βαθιά πληγή που μπορεί να επηρεάσει την ψυχή ενός ανθρώπου σε βάθος χρόνου. Η εμπειρία αυτή συχνά δημιουργεί ένα αίσθημα ότι ο άνθρωπος που τη βίωσε είναι πρωτίστως θύμα — μια ταυτότητα που τον στοιχειώνει και τον εγκλωβίζει σε έναν φαύλο κύκλο πόνου, φόβου και αυτοαμφισβήτησης.
Όμως, η αλήθεια είναι πως κανένα τραύμα, όσο βαθύ κι αν είναι, δεν ορίζει την αξία μας ούτε την ουσία μας ως ανθρώπους. Είμαστε πολλά περισσότερα από τις εμπειρίες μας. Όταν ένα άτομο αρχίσει να βλέπει τον εαυτό του όχι ως «θύμα κακοποίησης», αλλά ως «άνθρωπο που έτυχε να υποστεί κακοποίηση», τότε αρχίζει η απελευθέρωση.
Αυτός ο μετασχηματισμός δεν είναι εύκολος και σίγουρα δεν γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη. Χρειάζεται χρόνος, φροντίδα και στήριξη. Χρειάζεται να κοιτάξει κανείς τον εαυτό του με τρυφερότητα και κατανόηση, αναγνωρίζοντας ότι η κακοποίηση που υπέστη δεν ήταν δικό του λάθος. Το τραύμα μπορεί να έγινε μέρος της ιστορίας του, αλλά δεν χρειάζεται να είναι ο πυρήνας του ποιος είναι. Είναι ένας άνθρωπος, με όνειρα, δυνατότητες, ευαισθησίες και δικαίωμα στη χαρά.
Το να αποδεχτεί κάποιος τον πόνο του χωρίς να τον αφήσει να τον καταπιεί είναι μια πράξη βαθιάς γενναιότητας. Κάθε βήμα που κάνει προς αυτήν την κατεύθυνση —είτε με τη βοήθεια ενός θεραπευτή, είτε με τη στήριξη αγαπημένων προσώπων, είτε ακόμα και με την εσωτερική του δύναμη— είναι ένα βήμα προς την αλήθεια. Την αλήθεια ότι είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από το τραύμα του.
Είναι ένας άνθρωπος που αξίζει την αγάπη, την αποδοχή και τη γαλήνη. Και μέσα από τη διαδικασία της θεραπείας, αυτό το άτομο μπορεί να μάθει να αγκαλιάζει το παρελθόν του, όχι σαν μια ταμπέλα που τον περιορίζει, αλλά σαν μια ιστορία που του δίδαξε δύναμη και ανθεκτικότητα.
Το τραύμα δεν τον ορίζει. Το πώς επιλέγει να δει τον εαυτό του —ως άνθρωπο πρώτα και πάνω απ’ όλα— είναι αυτό που τελικά τον καθορίζει.
Αγγελική Μπολουδάκη