Συναισθηματική επικοινωνία
7 Νοεμβρίου 2021
Έρχεται μια μέρα, κάπου στη μέση της ζωής κάθε γυναίκας, που η ίδια η μητέρα φύση στέκεται πίσω μας και τυλίγει τα χέρια της γύρω από τους ώμους μας, ψιθυρίζοντας
14 Νοεμβρίου 2021

Ο πόνος που νιώθουμε όταν εκφράζουμε τις ανάγκες μας, σε αντίθεση με τον πόνο που νιώθουμε όταν δεν τις εκφράζουμε

Είναι ίσως τρομακτικό να προσδιορίζουμε και να αποκαλύπτουμε τις ανάγκες μας, μιας και πολύ συχνά επικρινόμαστε σκληρά όταν το κάνουμε. Ιδιαίτερα οι γυναίκες είναι επιρρεπείς στην κριτική. Για αιώνες η εικόνα της στοργικής γυναίκας έχει συνδεθεί με τη θυσία και την άρνηση των αναγκών της προκειμένου να φροντίσει τους άλλους. Οι γυναίκες έχουν κοινωνικοποιηθεί έτσι, ώστε να βλέπουν την φροντίδα των άλλων ως το υψηλότερο καθήκον τους, με αποτέλεσμα να έχουν μάθει να αγνοούν τις δικές τους ανάγκες.

Σε ένα εργαστήρι συζητήσαμε τις συμβαίνει στις γυναίκες που ενστερνίζονται αυτές τις πεποιθήσεις. Όταν αυτές οι γυναίκες ζητούν κάτι, το κάνουν με τρόπο που αντανακλά και ενισχύει την πεποίθηση ότι δεν έχουν πραγματικό δικαίωμα στις ανάγκες τους, καθώς και ότι οι ανάγκες τους είναι ασήμαντες. Για παράδειγμα, μπορεί μια γυναίκα να φοβάται να ζητήσει αυτό που χρειάζεται, με αποτέλεσμα να μην καταφέρει να πει ότι απλά είχε μια δύσκολη μέρα, ότι αισθάνεται κουρασμένη και ότι θέλει λίγο χρόνο για τον εαυτό της το απόγευμα. Αντίθετα, τα λόγια της θα ηχήσουν σαν να υπερασπίζεται τον εαυτό της σε δικαστήριο: «Δεν είχα καθόλου χρόνο για τον εαυτό μου σήμερα. Σιδέρωσα όλα τα πουκάμισα, έπλυνα όλα τα ρούχα, πήγα τον σκύλο στον κτηνίατρο, μαγείρεψα, καθάρισα, τηλεφώνησα και στους γείτονες για τη συνέλευση της πολυκατοικίας… Λοιπόν (ικετευτικά)… λοιπόν θα μπορούσατε να…;». «Όχι!» είναι η ξερή απάντηση. Το γεμάτο παράπονο αίτημά της προκαλεί αντίσταση σε αυτούς που το ακούν αντί για συμπόνια. Δυσκολεύονται να ακούσουν και να εκτιμήσουν τις ανάγκες πίσω από τις δηλώσεις της. Επιπρόσθετα το γεγονός ότι προσπαθεί να τους πείσει λέγοντάς τους τι «της αξίζει» ή τι «θα έπρεπε» να κάνουν για αυτή προκαλεί την αρνητική στάση των άλλων. Τελικά, αυτή η γυναίκα πείθεται ότι οι ανάγκες της δεν έχουν σημασία, χωρίς να συνειδητοποιεί ότι εκφράστηκαν με τέτοιον τρόπο που θα ήταν απίθανο να εισπράξει θετική ανταπόκριση.

Κάποτε σε ένα εργαστήρι, στο οποίο συμμετείχε και η μητέρα μου, κάποιες γυναίκες έλεγαν πόσο πολύ φοβούνται να εκφράσουν τις ανάγκες τους. Ξαφνικά η μητέρα μου βγήκε από την αίθουσα και γύρισε μετά από πολλή ώρα. Όταν ήρθε, ήταν χλωμή. «Μάνα, είσαι καλά;» τη ρώτησα μπροστά σε όλους.

«Ναι» απάντησε «αλλά ξαφνικά συνειδητοποίησα κάτι και δυσκολεύομαι να το χωνέψω».

«Τι συνειδητοποίησες;»

«Μόλις κατάλαβα ότι ήμουν θυμωμένη για 36 χρόνια με τον πατέρα σου επειδή δεν κάλυπτε τις ανάγκες μου, και τώρα συνειδητοποιώ ότι ποτέ δεν του είπα ξεκάθαρα τι χρειαζόμουν».

Η αποκάλυψη της μητέρας μου ήταν ακριβής. Δεν τη θυμάμαι ούτε μια φορά να εκφράζει ξεκάθαρα τις ανάγκες της στον πατέρα μου. Έκανε όλων των ειδών τις νύξεις και μιλούσε με ασάφεια, αλλά δεν ζητούσε ποτέ ευθέως αυτό που χρειαζόταν.

Προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε τον λόγο για τον οποίο της ήταν τόσο δύσκολο να το κάνει. Η μητέρα μου μεγάλωσε σε μια πολύ φτωχή οικογένεια. Θυμήθηκε πως, όταν ζητούσε κάτι σαν παιδί, τα αδέλφια της την επέπλητταν λέγοντάς της «Δε θα έπρεπε να το ζητάς αυτό! Ξέρεις ότι είμαστε φτωχοί. Μήπως νομίζεις ότι είσαι μόνη σου σε αυτή την οικογένεια;» Τελικά, μεγάλωσε με τον φόβο ότι θα αντιμετωπίζε αποδοκιμασία και επίκριση όποτε ζητούσε κάτι που χρειαζόταν.

Διηγήθηκε μια ιστορία από τα παιδικά της χρόνια. Μία από τις αδερφές της υπεβλήθη σε εγχείρηση σκωλικοειδίτιδας και για αυτό έλαβε ως δώρο από την οικογένειά της ένα όμορφο τσαντάκι. Η μητέρα μου ήταν 14 ετών τότε. Ήθελε πάρα πολύ να αποκτήσει κι εκείνη ένα τόσο ωραίο τσαντάκι σαν της αδερφής της, αλλά δεν τολμούσε να ανοίξει το στόμα της και να το πει. Μαντέψτε τι έκανε. Προσποιήθηκε έναν πόνο στην κοιλιά της. Η οικογένειά της την πήγε σε πολλούς γιατρούς. Δεν μπορούσαν να κάνουν διάγνωση, οπότε πρότειναν να γίνει ένα διερευνητικό χειρουργείο. Ήταν πολύ μεγάλο το ρίσκο από την πλευρά της μητέρας μου, αλλά δούλεψε:  Της χάρισαν ένα τσαντάκι σαν αυτό της αδερφής της! Όταν το έλαβε, ήταν πανευτυχής, παρά τον σωματικό πόνο από το χειρουργείο. Δύο νοσοκόμες ήρθαν κάποια στιγμή και της έβαλαν το θερμόμετρο στο στόμα. Η μάνα μου έκανε «Μμμμ» για να δείξει το τσαντάκι της στη νοσοκόμα, η οποία απάντησε: «Είναι για μένα; Σε ευχαριστώ πολύ!» και πήρε το τσαντάκι! Η μάνα μου τα έχασε, αλλά δεν μπορούσε να βρει τρόπο να πει: «Δεν εννοούσα ότι θέλω να σου το χαρίσω. Σε παρακαλώ, δώσ’ το μου.» Η ιστορία της αποκαλύπτει πόσος πόνος μπορεί να προκύψει όταν οι άνθρωποι δεν εκφράζουν ανοιχτά τις ανάγκες τους.

Marshall Rosenberg, ΜΗ ΒΙΑΙΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ, Κοντύλι