Η απουσία του πατέρα, είτε είναι σωματική είτε συναισθηματική, αφήνει βαθιά σημάδια στις κόρες. Δεν είναι μόνο η έλλειψη παρουσίας ή στήριξης που πονάει· είναι το κενό που δημιουργείται, το οποίο καλείται να γεμίσει η ίδια η κόρη. Αυτό το κενό δεν είναι απλώς ένα απουσία· είναι ένα ερώτημα. Ποια είμαι χωρίς εκείνον; Πώς να ορίσω την αξία μου, όταν αυτός που θα έπρεπε να με καθοδηγεί, να με ενδυναμώνει, είναι απών;
Η απουσία του πατέρα γίνεται ένας αόρατος καθρέφτης, στον οποίο η κόρη προσπαθεί να βρει την εικόνα της. Συχνά, αυτή η εικόνα θολώνει. Η αυτοεκτίμηση μπορεί να τραυματιστεί, ο αυτοσεβασμός να διαβρωθεί, και η εμπιστοσύνη στην κρίση της να κλονιστεί. Αυτό, όμως, δεν είναι το τέλος της ιστορίας. Είναι η αρχή μιας εσωτερικής διαδρομής, μιας διαδρομής που απαιτεί θάρρος, συνειδητοποίηση και αγάπη για τον ίδιο τον εαυτό.
Μέσα από την απουσία, η κόρη καλείται να γίνει δημιουργός της δικής της ταυτότητας. Να ανακαλύψει τη δική της φωνή, να ορίσει τα δικά της όρια, να διεκδικήσει τις δικές της αξίες. Αυτό δεν είναι εύκολο. Η έλλειψη του πατέρα μπορεί να γίνει ένας σκληρός δάσκαλος, αλλά και ένας πολύτιμος οδηγός. Η ζωή που βιώνει η κόρη, χωρίς τη συναισθηματική καθοδήγηση του πατέρα, της δίνει την ευκαιρία να δει καθαρά τι χρειάζεται και τι όχι στις σχέσεις της.
Κάθε φορά που η κόρη έρχεται σε επαφή με τα συναισθήματά της, που αναγνωρίζει τη θλίψη, την απογοήτευση, τον θυμό ή την ανάγκη για αποδοχή, δυναμώνει. Το να δίνει χώρο στα συναισθήματά της δεν είναι αδυναμία· είναι η υπέρτατη δύναμη. Κάθε συναίσθημα, ακόμα κι εκείνα που πονάνε, έχει μια ιστορία να της αφηγηθεί. Η θλίψη της υπενθυμίζει την ανάγκη για σύνδεση. Ο θυμός της, τη δική της αξία. Η απογοήτευση, τα όρια που πρέπει να θέσει για να προστατευτεί.
Η δυσκολία συχνά δεν βρίσκεται στα συναισθήματα αυτά καθαυτά, αλλά στον τρόπο που η κόρη τα ερμηνεύει. Συχνά, κρίνει τον εαυτό της, νομίζοντας πως η απουσία του πατέρα ήταν δικό της λάθος, πως δεν ήταν αρκετή για να τον κρατήσει κοντά. Αυτές οι σκέψεις είναι βάρος. Είναι φυλακές. Όμως, όταν η κόρη συνειδητοποιήσει ότι η απουσία δεν οφείλεται σε εκείνη, αλλά στις αδυναμίες του άλλου, τότε ο χώρος της ενοχής αρχίζει να γεμίζει με κατανόηση.
Η ταύτιση με τις τραυματικές εμπειρίες υποχωρεί, και στη θέση της έρχεται η απελευθέρωση. Δεν φταίει εκείνη. Δεν της αξίζουν οι πληγές. Αυτό που της αξίζει είναι η φροντίδα. Η σύνδεση με ό,τι αισθάνθηκε τότε την ενώνει με ό,τι ζει σήμερα. Και όταν η κόρη δεν ενοχοποιεί τον εαυτό της, τα τραυματισμένα κομμάτια της ενώνονται ξανά. Η δύναμη που αναδύεται από αυτή τη σύνδεση είναι ο αυτοσεβασμός της, η ίδια η ουσία της.
Όταν η κόρη μαθαίνει να είναι παρούσα για τον εαυτό της, όλα αλλάζουν. Μαθαίνει να τιμά τις ανάγκες της, να δίνει φωνή στα συναισθήματά της, να διεκδικεί με αξιοπρέπεια και αυτοπεποίθηση. Ο τρόπος που ζει και σχετίζεται δεν είναι πλέον καθορισμένος από το πρότυπο της απουσίας. Είναι μια επιλογή ζωής που βασίζεται στην παρουσία, στη σύνδεση και στην αυτοεκτίμηση.
Η κόρη, με τη δική της σφραγίδα στη ζωή, γίνεται σύμβολο δύναμης. Γίνεται υπενθύμιση ότι το παρελθόν μπορεί να μας διαμορφώσει, αλλά δεν μας καθορίζει. Η απουσία του πατέρα μπορεί να αφήσει το σημάδι της, αλλά το μέλλον της κόρης ανήκει σε εκείνη. Και είναι λαμπρό.