Τα τραύματα της παιδικής μας ηλικίας δεν είναι απλώς αναμνήσεις από το παρελθόν. Είναι ζωντανές εμπειρίες που κουβαλάμε, βαθιά εντυπωμένες μέσα μας. Συχνά, χωρίς καν να το αντιλαμβανόμαστε, αυτά τα τραύματα διαμορφώνουν τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο, τους άλλους, αλλά και τον εαυτό μας. Τα συναισθήματα που γεννήθηκαν τότε — θυμός, θλίψη, ντροπή ή ενοχή — επανέρχονται στο παρόν, ζητώντας την προσοχή μας. Είναι σαν να θέλουν να ακουστούν, να κατανοηθούν, να εκτονωθούν.
Κάθε φορά που ένα γεγονός στο παρόν μας προκαλεί έντονα συναισθήματα, συχνά είναι επειδή αγγίζει παλιά τραύματα. Αυτό που νιώθουμε δεν είναι μόνο για το εδώ και τώρα. Είναι το βάρος του τότε που ζωντανεύει μέσα μας. Μια λέξη, μια πράξη, μια συμπεριφορά μπορεί να πυροδοτήσει αναμνήσεις και συναισθήματα από εκείνες τις στιγμές που, ως παιδιά, νιώσαμε απόρριψη, αδικία ή μοναξιά. Και τότε, αντί να δρούμε συνειδητά, αντιδρούμε με την ορμή του πληγωμένου εσωτερικού παιδιού μας.
Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την περίπτωση που, ως παιδί, μάθατε να δικαιολογείτε συμπεριφορές, γιατί οι γονείς σας ζητούσαν συγγνώμη για τα λάθη τους, αλλά δεν έκαναν ουσιαστικές αλλαγές. Μπορεί να νιώσατε τότε ότι η δική σας κρίση δεν είχε αξία ή ότι η σύνδεση με τους άλλους απαιτεί από εσάς να συμβιβάζεστε. Αυτό το μοτίβο ίσως συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή σας: να δυσκολεύεστε να ξεχωρίσετε την πραγματική μετάνοια — την αλλαγή συμπεριφοράς — από τη χειραγώγηση. Να νιώθετε ότι η κατανόηση που δείχνετε προς τους άλλους είναι αρκετή, ακόμα κι όταν η δική σας ανάγκη για σύνδεση και σεβασμό μένει ανεκπλήρωτη.
Η πραγματικότητα όμως είναι πως, αν κάποιος δεν κάνει την προσπάθεια να συνδεθεί ουσιαστικά μαζί σας — όχι μόνο με λόγια, αλλά και με πράξεις — η σχέση μπορεί να γίνεται ανισόρροπη. Κι εκεί ίσως ξυπνά ξανά το τραύμα: το αίσθημα ότι πρέπει να αποδεχθείτε τα πάντα για να είστε αγαπητοί. Όμως αυτό δεν είναι σύνδεση. Είναι χειραγώγηση. Και, δυστυχώς, μπορεί να σας αφήνει με την ίδια αίσθηση απόρριψης που νιώθατε ως παιδί.
Η ανατροφή των παιδιών είναι ένας δύσκολος δρόμος, κυρίως για όσους δεν είχαν τα συναισθηματικά εργαλεία να το κάνουν σωστά. Ίσως και οι δικοί μας γονείς να κουβαλούσαν τα δικά τους τραύματα, τα δικά τους κενά. Δεν είχαν τη δυνατότητα να μας προσφέρουν κάτι που ούτε οι ίδιοι είχαν λάβει. Όμως, ως ενήλικες, εμείς έχουμε τη δύναμη να σπάσουμε αυτόν τον κύκλο. Να κατανοήσουμε τα δικά μας τραύματα και να τα αντιμετωπίσουμε, ώστε να μην τα αναπαράγουμε στις δικές μας σχέσεις.
Η επίγνωση είναι το πρώτο βήμα. Όταν παρατηρούμε τις αντιδράσεις μας — τον θυμό, την θλίψη, την ανάγκη μας να αποσυρθούμε ή να αμυνθούμε — μπορούμε να αναρωτηθούμε: “Μιλάει το τραύμα μου ή ο συνειδητός εαυτός μου;” Αυτή η ερώτηση μάς βοηθά να αποκτήσουμε έλεγχο πάνω στις σκέψεις και τα συναισθήματά μας. Σταδιακά, αρχίζουμε να βλέπουμε πιο καθαρά το παρόν, χωρίς να το θολώνουν τα συναισθήματα του παρελθόντος.
Η διαδικασία της θεραπείας και της κατανόησης του εαυτού μας είναι βαθιά μεταμορφωτική. Όταν κατανοούμε τι μας συμβαίνει και από πού πηγάζει, μπορούμε να απελευθερωθούμε από τον φαύλο κύκλο της αντίδρασης. Αντί να αντιδράμε όπως τότε — ή όπως θα θέλαμε να αντιδράσουμε τότε — αποκτούμε τη δυνατότητα να δρούμε συνειδητά. Να επιλέγουμε τις πράξεις μας, να προστατεύουμε τον εαυτό μας και να διαμορφώνουμε σχέσεις που βασίζονται στην αλήθεια και την ουσιαστική σύνδεση.
Ως ενήλικες, μπορούμε να βρούμε την ασφάλεια που μας έλειπε. Όχι από τους άλλους, αλλά από εμάς τους ίδιους. Με το να αγκαλιάζουμε τον πληγωμένο εαυτό μας με κατανόηση, μπορούμε να του προσφέρουμε αυτό που δεν του δόθηκε τότε: την αγάπη, την αποδοχή και την ασφάλεια που τόσο είχε ανάγκη. Έτσι, μπορούμε να προχωρήσουμε μπροστά, πιο ελεύθεροι, πιο συνειδητοί, πιο αληθινοί.