Η αυτοεικόνα ενός παιδιού χτίζεται σε μεγάλο βαθμό μέσα από τις πρώτες εμπειρίες του με τους γονείς και τα κοντινά του πρόσωπα. Όταν οι σκέψεις ενός παιδιού, όπως “δεν αξίζω” ή “δεν είμαι επαρκής”, δεν αναγνωρίζονται και δεν επιβεβαιώνονται ή διαψεύδονται από το περιβάλλον του, εδραιώνονται μέσα του ως προσωπικές αλήθειες. Οι σκέψεις αυτές γίνονται πυρηνικές πεποιθήσεις που ορίζουν την εικόνα που έχει το παιδί για τον εαυτό του.
Αντί να λαμβάνει ενθάρρυνση και υποστήριξη για να εκφράσει τα συναισθήματά του, το παιδί μπορεί να μάθει ότι το να εκφράζεται είναι ανεπιθύμητο ή επικίνδυνο. Έτσι, αναπτύσσει φόβους, όπως το να μην είναι αρεστό ή το να απογοητεύει τους άλλους. Αυτοί οι φόβοι δημιουργούν μια ψυχολογική ένταση, μια εσωτερική δυσαρέσκεια που συνοδεύεται από αισθήματα ανασφάλειας και αμφιβολίας.
Σταδιακά, το παιδί αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στο πώς το βλέπουν οι άλλοι και στο πώς βλέπει τον εαυτό του. Αυτή η αναντιστοιχία προκαλεί συναισθηματικό πόνο και μπορεί να οδηγήσει σε θλίψη, άγχος ή και θυμό. Ο φόβος της απόρριψης και ο φόβος του αποχωρισμού από τους σημαντικούς άλλους εντείνουν την αίσθηση ότι κάτι δεν πάει καλά με το ίδιο το παιδί. Έτσι, αυτά τα συναισθήματα καταλήγουν να διαμορφώνουν ένα βαθύτερο αίσθημα αυτοϋποτίμησης.
Η προσωπικότητα κάθε ατόμου είναι μοναδική και αποτελείται από χαρακτηριστικά, κλίσεις, και ικανότητες που το διακρίνουν. Στην ιδανική περίπτωση, το άτομο μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον όπου οι γονείς ή οι φροντιστές αναγνωρίζουν και ενισχύουν αυτά τα χαρακτηριστικά, βοηθώντας το παιδί να αναπτύξει αυτοεκτίμηση και εμπιστοσύνη στις δυνατότητές του.
Ωστόσο, όταν οι γονείς δεν αναγνωρίζουν ή δεν αποδέχονται τη μοναδικότητα του παιδιού, το παιδί ενδέχεται να αρχίσει να αμφιβάλλει για την αξία του. Η ανάγκη να κερδίσει την αποδοχή και την επιβεβαίωση των γονέων μπορεί να το οδηγήσει στο να υιοθετήσει μια ψεύτικη ταυτότητα, να προσποιείται ότι είναι κάτι που δεν είναι. Αυτό, όμως, το απομακρύνει από την πραγματική του φύση και, μακροπρόθεσμα, μπορεί να προκαλέσει συγκρούσεις και εσωτερικές διαμάχες.
Η διαρκής αμφιβολία για τον εαυτό, η έλλειψη εμπιστοσύνης στις προσωπικές δυνατότητες, και η δυσκολία να λειτουργήσει κανείς με αυτονομία και αίσθηση ανεξαρτησίας, μπορεί να οφείλονται ακριβώς σε αυτήν την έλλειψη αναγνώρισης από την παιδική ηλικία. Η αρνητική αυτοεικόνα που σχηματίζεται ως αποτέλεσμα δυσκολεύει το άτομο να εξελιχθεί και να εναρμονιστεί με την πραγματικότητα των επιθυμιών και των ικανοτήτων του.
Η επίδραση του παρελθόντος και των παιδικών βιωμάτων είναι ισχυρή. Παρότι μεγαλώνοντας έχουμε την ελευθερία να αναπτύξουμε και να διαμορφώσουμε τις αντιλήψεις μας, το μικρό παιδί που ήμασταν εξακολουθεί να υπάρχει μέσα μας. Η αντίληψή μας για τον κόσμο και τις σχέσεις μας, συχνά καθοδηγείται από το πώς μας αντιμετώπισαν οι γονείς μας. Αν, για παράδειγμα, λάβαμε απόρριψη ή κριτική αντί για αποδοχή και κατανόηση, τότε συχνά υποσυνείδητα θα περιμένουμε από τον κόσμο γύρω μας να μας αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο.
Η παιδική μας ηλικία γράφεται στον εγκέφαλό μας μέσω μιας διαδικασίας που λέγεται εξαρτημένη μάθηση. Οι εμπειρίες και τα συναισθήματα της παιδικής ηλικίας γίνονται αυτόματα πρότυπα αντίδρασης στην ενήλικη ζωή μας, χωρίς να το καταλαβαίνουμε πάντα. Για να ξεπεράσουμε τις αρνητικές επιπτώσεις αυτών των εμπειριών, χρειάζεται να αναγνωρίσουμε το βάρος που φέρουμε από το παρελθόν. Αυτό σημαίνει να αντιμετωπίσουμε τα παλιά συναισθήματα, να τα αγκαλιάσουμε και να τα επεξεργαστούμε, ώστε να θεραπεύσουμε τον εσωτερικό μας εαυτό.
Η αυθεντικότητα δεν σημαίνει απλώς να λέμε την αλήθεια, αλλά να είμαστε σε αρμονία με τον εσωτερικό μας εαυτό, να ζούμε σύμφωνα με τις πραγματικές μας επιθυμίες και ανάγκες. Πολλές φορές, όμως, η ενοχή, ο φόβος ότι φταίμε για τα προβλήματα των γονιών μας, και ο θυμός που έχουμε προς εκείνους, μας εμποδίζουν να είμαστε αυθεντικοί. Τα συναισθήματα αυτά μας κρατούν φυλακισμένους σε μια παλιά πραγματικότητα, στην οποία δεν μπορούμε να εκφράσουμε πλήρως τον εαυτό μας.
Για να φτάσουμε σε μια κατάσταση πραγματικής αυθεντικότητας, πρέπει να αναμετρηθούμε με αυτά τα συναισθήματα και να αποδεχτούμε την αλήθεια μας. Η διαδικασία αυτή μπορεί να είναι επώδυνη, καθώς πολλές φορές απαιτεί να αποδεχθούμε γεγονότα που είναι δύσκολα ή ακόμα και τραυματικά. Όμως, μόνο μέσα από την αποδοχή αυτής της αλήθειας μπορούμε να απελευθερωθούμε από το βάρος των ενοχών και των φόβων και να ζήσουμε με αυθεντικότητα και αρμονία.
Σε αυτήν την πορεία, αναγνωρίζουμε ότι η προσωπική μας αξία δεν εξαρτάται από την αποδοχή των άλλων, αλλά από την εσωτερική μας κατανόηση και αποδοχή. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να σπάσουμε τους κύκλους ενοχής και φόβου που μας κρατούν πίσω, και να προχωρήσουμε προς την προσωπική μας ολοκλήρωση.