Όταν συνειδητοποιούμε τις δυνατότητές μας, ανοίγεται μπροστά μας ένα μονοπάτι αυτογνωσίας, γεμάτο προκλήσεις και διλήμματα. Αναζητούμε τρόπους να εκφράσουμε την αλήθεια μας και να καλλιεργήσουμε τις ικανότητές μας με έναν τρόπο που να μας επιτρέπει να εξελιχθούμε. Ωστόσο, τα συναισθήματά μας, συχνά αμφίθυμα και αντιφατικά, μας οδηγούν σε συμπεριφορές που αντί να υποστηρίζουν τη δυναμική μας, την περιορίζουν. Έτσι, πολλές φορές καταλήγουμε να εκφράζουμε κάτι διαφορετικό από αυτό που πραγματικά νιώθουμε ή επιδιώκουμε.
Αυτή η εσωτερική ασυμβατότητα συνδέεται με την παιδική μας ψυχολογία, όπου το μικρό παιδί μέσα μας περιμένει επιβεβαίωση από τον έξω κόσμο. Αναζητά την αποδοχή, την επιβράβευση και την αναγνώριση για να αισθανθεί ασφαλές και σίγουρο, προσδοκώντας ότι ο κόσμος περιστρέφεται γύρω του. Η ανάγκη για επιβεβαίωση και για θετική ανταπόκριση δημιουργεί μία ένταση που, αντί να μας απελευθερώνει, μας εγκλωβίζει.
Σε κάθε προσπάθεια να υποστηρίξουμε τις δυνατότητές μας, το παιδί αυτό βάζει φραγμούς. Η προσοχή μας στρέφεται τότε περισσότερο στην εξωτερική αποδοχή παρά στην εσωτερική αυθεντικότητα. Το ερώτημα «θα έχω την επιβεβαίωση των άλλων;» γίνεται κυρίαρχο, θολώνοντας το κίνητρο και τη χαρά της δημιουργίας. Αυτή η εσωτερική πάλη περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης και εμποδίζει την αυθεντικότητα των πράξεών μας. Κάτω από το βάρος της επιθυμίας για επιβεβαίωση, καταλήγουμε να αμφισβητούμε τις δικές μας δυνατότητες, να ακολουθούμε έτοιμα καλούπια που συχνά δε μας αντιπροσωπεύουν. Κάθε προσπάθεια για τελειότητα γίνεται τελικά εμπόδιο για την αυθεντική δημιουργία.
Συχνά βλέπουμε τον κόσμο όχι όπως πραγματικά είναι, αλλά όπως θέλουμε να τον βλέπουμε, με τρόπο που να ταιριάζει στις ανάγκες μας. Όταν προσεγγίζουμε το καθετί προσδοκώντας να μας ικανοποιήσει, δεν βλέπουμε την πραγματικότητα με σεβασμό, αλλά μέσα από το φίλτρο των δικών μας αναγκών. Αυτή η ανάγκη να ανήκουμε, να συνδεόμαστε με τον άλλον για να νιώθουμε πλήρεις, είναι κατάλοιπο της παιδικής μας αντίληψης της ζωής, όπου η εξάρτηση από τους άλλους ήταν απόλυτη και αναγκαία. Ως παιδιά δεν μπορούσαμε να φανταστούμε τη ζωή χωρίς κάποιον να μας στηρίζει, κι έτσι ενδόμυχα αισθανόμαστε τον φόβο της αποκοπής από τους άλλους.
Ωστόσο, όταν ως ενήλικες εκτιμούμε την αυτονομία μας, μπορούμε να δούμε το καθετί για αυτό που είναι πραγματικά. Η ωριμότητα μάς επιτρέπει να εκτιμούμε τη διαφορετικότητα των άλλων και να σεβόμαστε την αυτονομία τους, χωρίς την ανάγκη για αδιαίρετη σύνδεση ή την αίσθηση ότι κάτι «μας ανήκει». Έτσι, μπορούμε να δημιουργήσουμε σε αρμονία με τις δυνατότητές μας, χωρίς να χάνουμε την ταυτότητά μας ή να υποκύπτουμε στις εξωτερικές πιέσεις.
Όταν ικανοποιούμε τις δικές μας εσωτερικές ανάγκες και ερχόμαστε σε επαφή με την αλήθεια μας, αποδεχόμαστε τις προσπάθειές μας και τα αποτελέσματα χωρίς να απαιτούμε την επιβεβαίωση των άλλων. Το αίσθημα πληρότητας που αντλούμε από την αυθεντική δημιουργία αντικαθιστά την ανασφάλεια και την εξάρτηση από τις εξωτερικές επιδοκιμασίες. Αντί για αναγκαία επιβεβαίωση, επιλέγουμε την εκτίμηση της κάθε προσπάθειας, τόσο δικής μας όσο και των άλλων, χωρίς να υποβάλλουμε τους άλλους στις δικές μας ανάγκες.
Η εξάρτηση από την επιβεβαίωση μεταμορφώνεται σε σύνδεση. Όταν δεν βασιζόμαστε στους άλλους για την ικανοποίηση των αναγκών μας, η αλληλεπίδραση γίνεται ισότιμη και εμπεριέχει εκτίμηση και αλληλοσεβασμό. Η απαιτητική συμπεριφορά που κάποτε στηριζόταν στην ανασφάλεια και στην ανάγκη για αναγνώριση γίνεται ανθεκτικότητα και υπομονή. Καθώς επιμένουμε στις προσπάθειές μας και αποδεχόμαστε την αμοιβαιότητα στη σύνδεση, οι κόποι μας αποδίδουν και βρίσκουμε χαρά στο αποτέλεσμα. Η ανάγκη για έλεγχο μετατρέπεται σε κατανόηση και σεβασμό τόσο των δικών μας χαρακτηριστικών όσο και των άλλων. Η αίσθηση ότι πρέπει να αντλούμε από τους άλλους για να μην είμαστε μόνοι δίνει τη θέση της στην παραδοχή του εαυτού και στην αξιοποίηση των πραγματικών μας δυνατοτήτων.
Η αποδοχή των δυνατοτήτων μας όπως είναι, με τις ιδιαιτερότητες και τις αδυναμίες τους, οδηγεί στη δημιουργία μιας γνήσιας σχέσης με τον εαυτό μας. Έτσι, αντί να πιέζουμε τον εαυτό μας να ακολουθεί ξένα πρότυπα, τον εμπιστευόμαστε και σεβόμαστε τη μοναδικότητά του. Η δημιουργικότητα γίνεται μέσο ολοκλήρωσης και αυτοεκπλήρωσης, απελευθερώνοντάς μας από τις ανάγκες για εξωτερική επιβεβαίωση. Μαθαίνουμε να απολαμβάνουμε την αξία της κάθε προσπάθειας και του κάθε αποτελέσματος, όχι γιατί μας το επιβεβαιώνει κάποιος άλλος, αλλά γιατί ανταποκρίνεται στην αλήθεια μας.
Συνοψίζοντας, το ταξίδι της αυτογνωσίας είναι μια διαδικασία συνειδητοποίησης και αποδοχής. Η αυτοπραγμάτωση έρχεται μέσα από την αληθινή έκφραση των δυνατοτήτων μας, χωρίς να επιδιώκουμε την εξωτερική επιβεβαίωση. Η δημιουργικότητα, απελευθερωμένη από τους δεσμούς της εξάρτησης, γίνεται τότε μια πηγή χαράς και πληρότητας.