Ένα άτομο που θρηνεί θεωρείται ιερό
28 Αυγούστου 2020
Αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση
7 Σεπτεμβρίου 2020

Ψυχική σύνδεση

Η ψυχική σύνδεση δυο ανθρώπων (σε μια οικογένεια, σε μια σχέση ζευγαριού, σε μια φιλία, σε μια συνεργασία) είναι ένας συντονισμός μεταξύ τους που ο ένας ανταποκρίνεται στην ουσιαστική ομορφιά των ατομικών φύσεων του άλλου, πίσω από τις προσόψεις τους, και που συνδέονται σε αυτό το βαθύτερο επίπεδο. Αυτό το είδος αμοιβαίας αναγνώρισης παρέχει τον καταλύτη για μια ισχυρή αλχημεία. Είναι μια ιερή συμμαχία που σκοπό έχει να βοηθήσει και τους δύο ανθρώπους να ανακαλύψουν και να πραγματοποιήσουν τις βαθύτερες δυνατότητές τους.

Ενώ μια σύνδεση καρδιάς μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε αυτούς που αγαπάμε ακριβώς όπως είναι, μια σύνδεση ψυχής ανοίγει μια περαιτέρω διάσταση – να τους βλέπουμε και να τους αγαπάμε για το ποιοι θα μπορούσαν να είναι και για το ποιοι θα μπορούσαμε να γίνουμε υπό την επιρροή τους. Αυτό σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε ότι έχουμε και οι δύο σημαντικό ρόλο να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο να γίνουμε περισσότερο πληρέστεροι για το ποιοι είμαστε πραγματικά…

Μια ψυχική σύνδεση όχι μόνο μας εμπνέει να αναπτυχθούμε, αλλά και μας αναγκάζει να αντιμετωπίσουμε ό,τι εμποδίζει αυτήν την ανάπτυξη.

John Welwood – κλινικός ψυχολόγος

Ελεύθερη μετάφραση, απόδοση: Αγγελική Μπολουδάκη

Η ψυχική σύνδεση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους είναι ένα από τα πιο όμορφα και βαθιά μυστήρια της ζωής. Είναι εκείνη η στιγμή που κοιτάζεις τον άλλον και δεν βλέπεις μόνο το πρόσωπο ή τις λέξεις που λέει· βλέπεις την ψυχή του. Νιώθεις να αντανακλάται κάτι δικό σου μέσα από εκείνον. Είναι σαν να ακούς έναν κρυφό ψίθυρο που σου λέει: «Σε βλέπω. Σε αναγνωρίζω. Είσαι σημαντικός».

Μια τέτοια σύνδεση ξεπερνά τη συνηθισμένη επαφή. Αγγίζει την ουσία μας, όχι τις προσόψεις που συνήθως προβάλλουμε στον κόσμο. Είναι σαν δύο φλόγες που ενώνουν τη ζεστασιά και τη λάμψη τους για να δημιουργήσουν κάτι νέο, κάτι φωτεινότερο. Αυτή η αμοιβαία αναγνώριση λειτουργεί ως καταλύτης, ένα μαγικό «ξυπνητήρι» που μας καλεί να δούμε τις δυνατότητές μας, να αφεθούμε και να εξελιχθούμε.

Σε μια τέτοια σχέση, είτε πρόκειται για την οικογένεια, έναν αγαπημένο, έναν φίλο ή έναν συνεργάτη, η καρδιά μας ανοίγει. Αρχίζουμε να βλέπουμε όχι μόνο τον άνθρωπο που έχουμε απέναντί μας αλλά και τον άνθρωπο που μπορεί να γίνει. Και αυτό είναι το πιο συγκινητικό: ότι αγαπάμε τον άλλον και για το ποιος είναι τώρα, αλλά και για το ποιος έχει τη δυνατότητα να γίνει. Αυτή η αγάπη είναι ενθαρρυντική, υποστηρικτική, αλλά και προκλητική. Δεν μας αφήνει στα εύκολα – μας καλεί να κοιτάξουμε μέσα μας, να αντιμετωπίσουμε τους φόβους, τις ανασφάλειες, τα εμπόδια που μας κρατούν πίσω.

Η ψυχική σύνδεση, όμως, δεν είναι μόνο για τις όμορφες στιγμές. Είναι και για τις δύσκολες. Είναι εκείνη η φωνή που λέει: «Σε βλέπω ακόμα κι όταν δεν το πιστεύεις. Σε αγαπώ ακόμα κι όταν δυσκολεύεσαι να αγαπήσεις τον εαυτό σου».

Μια τέτοια σχέση μας βοηθά να ανακαλύψουμε τον αληθινό εαυτό μας. Μας θυμίζει ότι, ακόμα κι αν σκοντάψουμε, μπορούμε να σηκωθούμε. Μας δίνει το θάρρος να αναμετρηθούμε με ό,τι μας κρατά πίσω και μας εμπνέει να γίνουμε πιο αυθεντικοί, πιο δυνατοί, πιο ολοκληρωμένοι. Και όταν το κάνουμε, όχι μόνο εμείς μεγαλώνουμε, αλλά και η ίδια η σχέση μεταμορφώνεται σε κάτι ιερό – μια συμμαχία που υπηρετεί την αλήθεια μας.

Αυτή είναι η ομορφιά της ψυχικής σύνδεσης. Είναι ένα ταξίδι. Και το ταξίδι αυτό, αν και γεμάτο προκλήσεις, μας οδηγεί σε έναν κόσμο όπου η ψυχή μας μπορεί πραγματικά να ανθίσει.

Όταν νιώθουμε ότι ο άλλος δεν μας βλέπει πραγματικά, ότι δεν μας ακούει, ότι δεν εκτιμά την αλήθεια μας, κάτι μέσα μας πονάει. Είναι σαν να χάνουμε τον δρόμο μας, σαν να χάνουμε την αίσθηση της ύπαρξής μας.

Όταν νιώθουμε ότι ο άλλος δεν μας βλέπει πραγματικά, είναι σαν να σβήνει το φως που έχουμε μέσα μας. Η ανάγκη μας να γίνουμε αντιληπτοί, να αναγνωριστεί η αλήθεια μας, είναι βαθιά, σχεδόν πρωταρχική. Όταν αυτή η ανάγκη μένει ανεκπλήρωτη, ένας αδιόρατος πόνος αρχίζει να απλώνεται μέσα μας, σαν μια σκιά που καλύπτει την καρδιά και το πνεύμα μας.

Είναι σαν να υψώνεται ένα αόρατο τείχος ανάμεσα σε εμάς και τον κόσμο. Τα λόγια μας μοιάζουν να χάνονται, οι πράξεις μας μοιάζουν αόρατες, και οι στιγμές όπου αποκαλύπτουμε τον αληθινό μας εαυτό μοιάζουν να πέφτουν σε ένα κενό. Η απόρριψη ή η αδιαφορία πονάνε, όχι μόνο γιατί μας πληγώνουν, αλλά γιατί μας κάνουν να αμφιβάλλουμε για την αξία μας. Τι είμαστε αν όχι αυτό που δίνουμε και αυτό που προσλαμβάνει ο άλλος;

Αυτή η αίσθηση μπορεί να μας κάνει να χάσουμε τον δρόμο μας, να νιώσουμε αποκομμένοι όχι μόνο από τους άλλους, αλλά και από τον ίδιο μας τον εαυτό. Χάνουμε την αίσθηση της ύπαρξής μας, γιατί η ύπαρξη χρειάζεται επαφή, χρειάζεται αναγνώριση, χρειάζεται αποδοχή για να ανθίσει. Δεν είναι ότι δεν υπάρχουμε – αλλά νιώθουμε σαν να έχουμε χαθεί, σαν να αιωρούμαστε στο τίποτα.

Όταν βλέπουμε εμείς τον εαυτό μας, ακούμε τη δική μας φωνή,  αγκαλιάζουμε την αλήθεια μας με όλη μας την ψυχή, ενδυναμώνουμε τη φλόγα της δικής μας αλήθειας, της δικής μας φωνής, της δικής μας ύπαρξης και επιλέγουμε ανθρώπους που η σύνδεση που νιώθουμε μαζί τους καθρεφτίζει το αίσθημα αξίας μας, μέσα από μια ανταπόκριση που χτίζουμε καθημερινά, θεωρώντας τη σχέση πολύτιμη και μοναδική.

Αγγελική Μπολουδάκη