Να κοιτάξω κατάματα, χωρίς αντικαθρεφτίσματα απ’ ομορφιά, καλοσύνη ή φόβο, την τρομακτική και υπέροχη πραγματικότητα… (Νίκος Καζαντζάκης)
1 Ιουνίου 2021
Το ερώτημα μιας μητέρας
9 Ιουνίου 2021

Το σημαντικό στη διάρκεια του ταξιδιού είναι το τρόπος με τον οποίο καταφέρνουμε να δώσουμε νόημα σ’ όλα

Αυτό που πρέπει να μας τρομάζει δεν είναι η αίσθηση ότι είμαστε απροστάτευτοι στη ζωή, αλλά μάλλον ο πειρασμός να αρνηθούμε αυτή την εμπειρία ή να την χαρακτηρίσουμε παθολογική. Η δοκιμασία που μας περιμένει είναι να κατανοήσουμε ότι τίποτε δεν μπορεί να μας κάνει να νιώσουμε ασφαλείς. Η μόνη δυνατή είναι η εσωτερική μας ασφάλεια που κι αυτή με τη σειρά της προκαλεί παραπέρα δυσκολίες στις σχέσεις. Τότε η αίσθηση ότι είμαστε εγκαταλειμμένοι γίνεται ακόμη εντονότερη. Ο κόσμος δεν μας καταλαβαίνει. Κάτω από ένα σχέδιό του ο Παζολίνι έγραψε: “Ο κόσμος δεν με θέλει, και δεν το ξέρει”. Τι μπορεί να είχε ωθήσει τον ποιητή να πει ένα τέτοιο πράγμα; Ασφαλώς όχι τα εξωτερικά συμβάντα, που έμοιαζε να συνηγορούν υπερ του, αλλά μάλλον τα εσωτερικά αισθήματα που είναι πάντοτε τρομακτικά και αδυσώπητα ειλικρινή. Καμιά μοίρα δεν μπορεί να ξεφύγει απ’ αυτή τη φωνή.

Μέσα στον μικρόκοσμό μας, όλα αυτά είναι εντελώς ορατά στη σχέση με τον πατέρα και τη μητέρα. Απ’ τη στιγμή που θα μεγαλώσουμε και θα αποκτήσουμε ένα δικό μας τρόπο ζωής, μας εγκαταλείπουν. Χάνουμε τους γονείς, κι αυτό είναι μια πραγματικά τραγική εμπειρία καθώς καταλαβαίνουμε ότι κανένας δεν πρόκειται στο εξής να επωμιστεί την ευθύνη για τη ζωή μας.

Δεν υπάρχει τίποτε έξω από μας που να μπορεί να μας απαλλάξει από τους “μόχθους” της ζωής. Το ότι είμαστε μόνοι μας, είναι μια αποκάλυψη, που αφυπνίζει τη συνείδησή μας, παρόλο που απαιτείται χρόνος ώσπου να αναγνωρίσουμε τη θετική του πλευρά.

Το να νιώθουμε μόνοι μας σημαίνει πως έχουμε καταλάβει ότι τίποτε δεν μπορεί πια να μας προστατέψει, αλλά και ότι έχουμε αρχίσει να βρίσκουμε την προσωπική αυτονομία που είναι το μυστικό και η ουσία μιας ανθρώπινης και ώριμης ζωής.

Απαιτείται χρόνος λοιπόν και επίσης είναι απαραίτητο να έρθει και μέσα μας η ώρα που θα μπορούμε να αναπροσαρμόσουμε κάποιες ανάγκες, η σωστή ηλικία που θα μας κάνει να ζήσουμε αυτούς τους προβληματισμούς βάσει νέας κλίμακας αξιών. Είναι φυσικό ένα νέο άτομο να νιώθει πιο πιεστικά την ανάγκη επιβεβαίωσης μέσα από την αγάπη κάποιου άλλου, να νιώθει τη ζωτικότητα και τη σπουδαιότητα των προσωπικών φιλοδοξιών. Μεγαλώνοντας όμως, αυτές οι ανάγκες βαθμιαία εξασθενίζουν και αντικαθίστανται από άλλες. Αυτό που επιδιώκουμε είναι η αυτονομία.

Μερικές φορές τα εμπόδια που συναντούμε, η εμπειρία της σχέσης, η καταπίεση και τα προβλήματα, μας βάζουν στον πειρασμό να αφήσουμε τη μοίρα μας σε ξένα χέρια. Πρόκειται όμως για παρανόηση. Η αλήθεια είναι ότι είμαστε διαπερατοί στις επιρροές των άλλων, αλλά είναι αυταπάτη να νομίζουμε ότι μπορούμε να αναθέσουμε τη ζωή μας σε άλλους. Τότε θα είναι σαν να είμαστε νεκροί όντας ζωντανοί.

Η τάση να πιστέψουμε πως ένα “ισχυρό” άτομο ξέρει να χειριστεί θετικά της ζωή μας είναι αυθόρμητη. Πρόκειται όμως για ψευδαίσθηση, γιατί εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας σε χέρια άλλων.

Δεν γίνεται να ζήσουμε δια αντιπροσώπου, αλλά πρέπει εμείς να επωμιστούμε τα πάντα, να πάρουμε τα πάντα, και τα καλά και τα άσχημα της ζωής.

Μπροστά σε όλα αυτά που έρχονται σε αντίθεση με μας, το ζητούμενο δεν είναι να εναντιωθούμε ή να προσπαθήσουμε να κάνουμε τους άλλους να υποκύψουν, αλλά, με λεπτό και διακριτικό τρόπο, να μετατρέψουμε τη σύγκρουση σε στυλ ζωής. Με πιο απλά λόγια να κατανοήσουμε ότι η ατομική ζωή θα αμφισβητείται πάντοτε από τους “άλλους”. Όσο οδυνηρό κι αν είναι, πρέπει να μάθουμε να δεχόμαστε αυτό το γεγονός, όπως δεχόμαστε και τις άλλες ανέκκλητες πλευρές της ζωής, το εφήμερο των πραγμάτων ή την ιδέα του γήρατος και του θανάτου. Για τη δική μας οπτική, η μεγαλύτερη δύναμη είναι η ικανότητα να σηκώσουμε στις πλάτες μας το βάρος της σύγκρουσης ανάμεσα στην ατομική ζωή και σ’ αυτά που την αντικρούουν.

Η ωρίμασή μας εξαρτάται από το πόσο θα κατανοήσουμε ότι οι άλλοι δεν μπορούν να αγγίξουν τα όρια της ζωής μας ούτε να τα ερμηνεύσουν.

Τη στιγμή που επωμιζόμαστε εμείς τα πάντα, ξέρουμε ότι είμαστε μόνοι και καταλαβαίνουμε γιατί το αίσθημα της εγκατάλειψης γίνεται μόνιμος συνοδός μας. Πρέπει να αφήσουμε αυτό το αίσθημα να μας πλημμυρίσει και να ζήσουμε σαν εγκαταλειμμένοι άνθρωποι, γιατί μόνον έτσι η ζωή μας βρίσκεται στα χέρια μας.

Πρέπει να ξαναεκτεθούμε γυμνοί όπως όταν γεννηθήκαμε, να “ξαναγεννηθούμε”. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που το μοτίβο της αναγέννησης εμφανίζεται ξανά και ξανά στους μύθους όλου του κόσμου. Εκφράζει μια βαθιά ψυχική αλήθεια.

Υπάρχει μια παλιά ιστορία για ένα στρατιώτη που έψαχνε για την καρδιά του. Ένας σοφός του είπε: “Βρίσκεται στην άλλη άκρη του κόσμου”. Ο στρατιώτης πήγε στην άλλη άκρη του κόσμου αλλά δεν τη βρήκε. Ο σοφός του είπε τότε ότι, στην πραγματικότητα, ταξιδεύοντας είχε ξαναβρεί την καρδιά του.

Η ψυχική ζωντάνια δεν είναι κάτι που μας χαρίζεται ούτε μπορεί να βρεθεί έξω από μας. Πρέπει να το δημιουργήσουμε μόνοι μας. Στο χέρι μας είναι να συμμετέχουμε στην πνευματική μας διάσταση κι όταν το κατορθώσουμε αλλάζει και η πραγματικότητα. Πρέπει όμως να ξέρουμε ότι είναι ένας ακριβοπληρωμένος αγώνας όπου δεν χωράνε ούτε ζαβολιές ούτε δεξιοτεχνίες. Πρέπει να πιούμε το πικρό ποτήρι της αναμέτρησης με έναν κόσμο που μας θεωρεί μεγάλο μπελά.

Η καινούργια πραγματικότητα δεν έχει σχέση με παιδικές επιθυμίες για επιστροφή στη μητρική αγκαλιά, σε μια κατάσταση ηρεμίας δηλαδή όπου, όπως στον επίγειο παράδεισο, δεν υπάρχει ιστορία. Όταν, ενήλικες πλέον, κάνουμε το “γύρο του κόσμου” για να ξαναβρούμε την καρδιά μας και να δώσουμε περιεχόμενο στην ψυχική μας ζωή, αυτό που μας περιμένει δεν είναι η Εδέμ, αλλά οι αντιφάσεις και οι δυσκολίες της επίγειας ζωής. Θα έλεγα ότι μ’ αυτήν την ψυχολογική άσκηση προσεγγίζουμε το “παράδοξο”, την ικανότητα να καταλάβουμε πράγματα που πρώτα μας ήταν αδιανόητα. Πρόκειται για μια οριακή κατάσταση όπου ο κόσμος γίνεται πιο διάφανος.

Το σημαντικό στη διάρκεια του ταξιδιού είναι το τρόπος με τον οποίο καταφέρνουμε να δώσουμε νόημα σ’ όλα αυτά μέσα από έναν ευανάγνωστο κώδικα και μια κατανοητή γλώσσα. Τότε το “παράδοξο” γίνεται κυρίαρχος παράγοντας και φορέας της ίδιας της ζωής.

Aldo Carotenuto, Έρως και πάθος, Τα όρια της αγάπης και του πόνου, ίταμος