Όταν ένα παιδί δεν βλέπει ή δεν βιώνει ουσιαστική σύνδεση μεταξύ των γονέων του, μπορεί να δημιουργήσει στο μυαλό του την εικόνα ενός ζευγαριού όπου ο καθένας είναι απομονωμένος μέσα στη σχέση. Αυτή η αντίληψη μπορεί να επηρεάσει τις μελλοντικές σχέσεις του ατόμου, προκαλώντας του άγχος και δυσκολία στο να συνδεθεί ουσιαστικά με τους άλλους.
Το άτομο μπορεί να νιώθει άγχος κάθε φορά που προσπαθεί να έρθει κοντά σε κάποιον, και συχνά πιστεύει πως το πρόβλημα προέρχεται από τον άλλο άνθρωπο, με αποτέλεσμα να απομακρύνεται. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό που αντιμετωπίζει είναι μια βαθιά εσωτερική ανησυχία που συνδέεται με την έλλειψη του πρότυπου υγιούς σχέσης, καθώς και με τα επώδυνα συναισθήματα της παιδικής του ηλικίας.
Συχνά, τέτοιοι άνθρωποι τείνουν να επιλέγουν συντρόφους με τους οποίους είναι δύσκολο να υπάρξει σύνδεση, είτε λόγω συναισθηματικών διαφορών είτε επειδή ο άλλος δεν είναι πρόθυμος ή ικανός να δεσμευτεί. Αυτές οι σχέσεις μπορεί να φαίνονται πιο “άνετες”, γιατί ταιριάζουν με το πρότυπο μοναξιάς που έχει σχηματιστεί. Όταν, όμως, το άτομο συναντήσει κάποιον που επιθυμεί ουσιαστική σύνδεση, συχνά αποσύρεται ή αντιδρά επιθετικά. Τα αιτήματα προς τον σύντροφο συχνά εκφράζονται μέσα από παράπονα ή γκρίνια, χωρίς σαφήνεια, καθώς δεν απευθύνονται πραγματικά στον άλλον, αλλά στο εσωτερικό κενό που προέρχεται από την έλλειψη μιας υγιούς εικόνας σχέσης.
Σε αυτήν την κατάσταση, το άτομο μπορεί να πέφτει σε δύο άκρα: είτε να φτιάχνει σενάρια που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, είτε να αποδέχεται παθητικά ό,τι συμβαίνει χωρίς να εκφράζει με ειλικρίνεια τα συναισθήματά του. Η εξιδανίκευση ή η υποτίμηση του συντρόφου είναι συχνή, ανάλογα με τις ανάγκες του “εσωτερικού παιδιού” που προσπαθεί να καλυφθούν.
Αυτή η διαδικασία αλλαγής δεν είναι εύκολη ούτε ανώδυνη. Ο ψυχισμός αντιστέκεται στην αλλαγή και η παθητικότητα στην οποία το άτομο έχει συνηθίσει πυροδοτεί έντονα συναισθήματα, όπως φόβο, θυμό ή θλίψη. Ωστόσο, αν το άτομο καταφέρει να μην παρανοήσει αυτά τα συναισθήματα και να μην τα αποδώσει στους άλλους, τότε μπορεί να επιμείνει στην προσπάθεια για ουσιαστική σύνδεση.
Με την πάροδο του χρόνου, μπορεί να αρχίσει να πιστεύει ότι η αληθινή αγάπη ρέει φυσικά και δεν απαιτεί να κάνει ή να λάβει τα πάντα. Αυτή η πεποίθηση το βοηθά να επικοινωνεί με τρόπους που διευκολύνουν την αγάπη να ανθίσει και το “μαζί” να γίνει πραγματικότητα.
Αγγελική Μπολουδάκη