Τα συναισθήματά μας είναι ο πυρήνας της ύπαρξής μας. Είναι οι φωνές της ψυχής μας, που μας καλούν να τα αφουγκραστούμε, να τα σεβαστούμε, να τα εκφράσουμε. Όταν δεν δίνουμε χώρο στα συναισθήματά μας, αυτά δεν εξαφανίζονται. Απλώς καταχωνιάζονται μέσα μας, αναζητώντας τρόπους να βγουν στην επιφάνεια – συχνά μέσα από το σώμα μας. Το χρόνιο στρες που προκαλεί η καταπίεση των συναισθημάτων μπορεί να εκδηλωθεί με σωματικά συμπτώματα, σαν το σώμα μας να προσπαθεί να επικοινωνήσει όσα η ψυχή μας κρατά σιωπηλά.
Είναι ζωτικής σημασίας να αναγνωρίζουμε και να τιμούμε τα συναισθήματά μας. Να τα βλέπουμε όπως είναι: τη χαρά, τη λύπη, τον θυμό, την ασφάλεια, την ανησυχία, τη ματαίωση, την εμπιστοσύνη. Καθένα από αυτά φέρει ένα μήνυμα, μια αλήθεια για τις ανάγκες, τις προσδοκίες και τις επιθυμίες μας. Όταν τα εκφράζουμε, νιώθουμε ελευθερία. Είναι σαν να αφαιρούμε βάρη που μας κρατούν καθηλωμένους.
Κι όμως, πόσες φορές δεν έχουμε εκφράσει τη λύπη, τον θυμό ή τη χαρά μας και δεν νιώσαμε τη λύτρωση που περιμέναμε; Γιατί, παρά την έκφραση, το σώμα και η ψυχή μας συνεχίζουν να ασφυκτιούν; Συχνά, η αιτία βρίσκεται στο γεγονός ότι δεν έχουμε διαχωρίσει τα συναισθήματα που ανήκουν στο παρόν από εκείνα που προέρχονται από το παρελθόν. Οι ρόλοι που υιοθετήσαμε ως παιδιά – ο ρόλος του “καλού παιδιού”, του αντιδραστικού ή του επικριτικού – μας ακολουθούν και καθορίζουν τη σχέση μας με τα συναισθήματά μας.
Αν μάθαμε να καταπνίγουμε τα συναισθήματά μας για να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες των άλλων, μπορεί να νιώθουμε μια παράδοξη “ικανοποίηση” κάθε φορά που καταπνίγουμε ξανά τη φωνή μας. Αυτή η οικειότητα, όμως, δεν είναι ευτυχία. Είναι απλώς η συνήθεια που μας κρατά δέσμιους. Αντίθετα, όταν αρχίζουμε να εκφράζουμε τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας, να εμπιστευόμαστε την αποδοχή που πρώτα εμείς δίνουμε στον εαυτό μας, νιώθουμε πραγματική ελευθερία. Αποκτούμε αυτονομία και χαιρόμαστε να είμαστε ο αυθεντικός εαυτός μας.
Αν, πάλι, ο θυμός μας διαρκώς ανακυκλώνεται, ίσως αυτό συμβαίνει γιατί περιμένουμε από τους άλλους να αναλάβουν τις δικές μας ευθύνες. Ο θυμός μας γίνεται απαίτηση, παρεξήγηση, παράπονο. Μας δηλητηριάζει αντί να μας απελευθερώνει. Όταν, όμως, ανακαλύπτουμε ότι η υπευθυνότητα φέρνει αυτονομία, κάθε μας πράξη αποκτά ενέργεια και νόημα. Νιώθουμε ζωντάνια, γιατί αναλαμβάνουμε τη ζωή μας στα χέρια μας.
Ακόμα και οι αρνητικές αξιολογήσεις που κάνουμε για τον εαυτό μας, κάθε φορά που αποτυγχάνουμε να εκφραστούμε, είναι βαρύ φορτίο. Αν αντί να κατακρίνουμε τον εαυτό μας, τον αγκαλιάσουμε, τον κατανοήσουμε και τον αποδεχτούμε, θα δούμε τα συναισθήματά μας να ανθίζουν. Θα γίνουμε πιο δυνατοί απέναντι στην κριτική των άλλων και θα μπορέσουμε να εκμεταλλευτούμε κάθε σχόλιο που στοχεύει στη βελτίωσή μας.
Η συναισθηματική μας έκφραση, λοιπόν, δεν είναι απλώς ένα εργαλείο εκτόνωσης. Είναι ένα μονοπάτι σύνδεσης. Κάθε φορά που εκφράζουμε τη χαρά μας, τη λύπη μας, τον θυμό μας, τη ματαίωσή μας, συνδεόμαστε με τον εαυτό μας και με τους άλλους. Η σύνδεση αυτή φέρνει αλήθεια, ελευθερία και βαθιά ικανοποίηση. Όταν φοβόμαστε να εκφράσουμε τα συναισθήματά μας, δίνουμε προτεραιότητα στις ανάγκες των άλλων, θεωρώντας ότι οι δικές μας δεν αξίζουν. Όμως, τα συναισθήματά μας λένε την αλήθεια μας. Είναι η γέφυρα που μας ενώνει με το βαθύτερο “είναι” μας.
Μην αφήνετε τη σιωπή να πνίγει την ψυχή σας. Αναγνωρίστε τα συναισθήματά σας, εκφράστε τα, μοιραστείτε τα. Δώστε τους φωνή. Μέσα από αυτά, θα ανακαλύψετε την ελευθερία και τη χαρά της αυθεντικής σύνδεσης – με τον εαυτό σας, με τους άλλους, με τη ζωή.