Η αρμονία με τον εαυτό μας είναι θεμελιώδης για να βρούμε νόημα στη ζωή μας, ενώ οι εσωτερικές μας συγκρούσεις εκδηλώνονται συχνά μέσα από τα συμπτώματα που βιώνουμε. Η αλήθεια είναι ότι τα συμπτώματα δεν είναι απλοί «εχθροί» που πρέπει να εξαλείψουμε. Αντιθέτως, είναι δώρα –συχνά επώδυνα– που προσπαθούν να μας δείξουν κάτι που αγνοούμε ή φοβόμαστε να δούμε. Είναι σαν φωνές μέσα μας που ζητούν προσοχή, τρυφερότητα και φροντίδα.
Όταν μεγαλώνουμε σε περιβάλλοντα όπου η αυθεντικότητα δεν γίνεται αποδεκτή ή δεν υπάρχει χώρος για τις πραγματικές μας ανάγκες, μαθαίνουμε να προσαρμοζόμαστε, να υποτασσόμαστε στις προσδοκίες των άλλων. Χτίζουμε μια «μάσκα», έναν ρόλο, μια εικόνα που να ευχαριστεί ή να ταιριάζει με τα πρότυπα που μας έχουν επιβληθεί. Όμως, το κόστος αυτής της προσαρμογής είναι βαρύ: απομακρυνόμαστε από τον αυθεντικό εαυτό μας. Το σύμπτωμα, είτε είναι ψυχολογικό είτε σωματικό, έρχεται ως μια κραυγή για αλλαγή. Σαν να λέει: «Κοίτα με. Ας σταματήσουμε να αγνοούμε αυτό που πραγματικά νιώθουμε».
Για κάποιον που δεν έμαθε να εκτιμά τις δικές του επιθυμίες, η προσαρμογή στις ανάγκες των άλλων γίνεται οικεία, σχεδόν αυτοματοποιημένη. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ευτυχία· σημαίνει απλώς επιβίωση. Το σύμπτωμα είναι εδώ για να μας πει ότι δεν χρειάζεται να συμβιβαζόμαστε με αυτή τη φτωχή εκδοχή της ύπαρξής μας. Μπορούμε να διεκδικήσουμε τον χώρο μας. Να πούμε «αυτή είναι η αλήθεια μου» χωρίς φόβο. Οι άνθρωποι που θα μας αποδεχτούν γι’ αυτό που είμαστε είναι οι αληθινοί συνοδοιπόροι μας. Οι άλλοι, αυτοί που μας επικρίνουν ή μας κάνουν να αμφιβάλλουμε για την αξία μας, μας κρατούν δέσμιους στο παρελθόν.
Για όποιον έχει μεγαλώσει σε επικριτικό περιβάλλον, ο αγώνας της αυτοεκτίμησης είναι δύσκολος αλλά βαθιά θεραπευτικός. Όταν ο εαυτός μας κρίνεται συνεχώς ως ανεπαρκής, μαθαίνουμε να ψάχνουμε την αξία μας στα μάτια των άλλων. Κάθε φορά που κάποιος δεν μας αποδέχεται, ενεργοποιείται μέσα μας το μικρό παιδί που νιώθει ότι φταίει. Κι έτσι, προσπαθούμε μανιωδώς να «διορθώσουμε» τους άλλους, να αποδείξουμε την αξία μας σε εκείνους που μας υποτίμησαν. Όμως, η λύση δεν βρίσκεται εκεί. Το θεραπευτικό ταξίδι ξεκινά όταν στραφούμε προς τον εαυτό μας με στοργή και αποδοχή, όταν μάθουμε να ακούμε τη δική μας φωνή, όταν δώσουμε προτεραιότητα στις δικές μας ανάγκες και στα όνειρά μας.
Η παρόρμηση, επίσης, είναι μια παγίδα που μας οδηγεί συχνά σε επιλογές που δεν μας ωφελούν. Αν μεγαλώσαμε σε ένα περιβάλλον όπου οι σχέσεις ήταν ασταθείς και η ένταση κυριαρχούσε, η ηρεμία μπορεί να μας φαίνεται ξένη, σχεδόν τρομακτική. Ίσως συνεχώς έλκουμε ανθρώπους και καταστάσεις που τροφοδοτούν αυτό το μοτίβο. Όμως, η αλήθεια μας δεν βρίσκεται εκεί. Στην ηρεμία μπορούμε να βρούμε χαρά· στη συνέπεια, γαλήνη· στη συντροφικότητα, ασφάλεια. Αυτό απαιτεί υπέρβαση, αλλά και θάρρος: να εγκαταλείψουμε τις παλιές συνήθειες που μας κρατούν φυλακισμένους.
Το σύμπτωμα, όσο οδυνηρό κι αν είναι, λειτουργεί σαν πυξίδα. Μας δείχνει ότι κάπου έχουμε ξεστρατίσει, ότι κάπου έχουμε χάσει την επαφή με τον αυθεντικό μας εαυτό. Δεν χρειάζεται να θυμώνουμε με το σύμπτωμά μας ούτε να το φοβόμαστε. Χρειάζεται να το αφουγκραστούμε. Όταν το κάνουμε, αρχίζουμε να αποδεχόμαστε το παρελθόν μας χωρίς να του δίνουμε εξουσία πάνω μας. Μαθαίνουμε να ζούμε χωρίς την ανάγκη να αποδείξουμε την αξία μας. Μαθαίνουμε να βλέπουμε την ομορφιά του «είμαι αρκετός» και να αντλούμε ευγνωμοσύνη από τις σχέσεις εκείνες που μας σέβονται και μας στηρίζουν.
Η αλήθεια μας αναδύεται μέσα από τη συνέπεια, την υπομονή, την αγάπη για ό,τι μας θρέφει πραγματικά. Η απόλαυση και η φαντασίωση παύουν να είναι εργαλεία που τρέφουν το σύμπτωμα και γίνονται γέφυρες που μας φέρνουν πιο κοντά στον εαυτό μας και στους άλλους. Στην αυθεντικότητα βρίσκουμε αρμονία. Στη σύνδεση με το είναι μας, βρίσκουμε ελευθερία. Και κάθε φορά που τολμάμε να ζούμε σύμφωνα με αυτό που πραγματικά είμαστε, κάνουμε το σύμπτωμα να υποχωρεί και τη ζωή μας να γεμίζει νόημα.