Μπαμπάς
7 Ιουλίου 2018
Να προσφέρουμε στον εαυτό μας την προσοχή, τον σεβασμό, την κατανόηση των αισθημάτων μας, την απαραίτητη προστασία, την άνευ όρων αγάπη
10 Ιουλίου 2018

Πάρε μια βαθιά εισπνοή. Μύρισε τη βροχή. Η βροχή είναι νερό. Στη ζωή σου, θα συναντήσεις πολλούς λόγους για να ‘σαι ευτυχισμένη –ένας απ’ αυτούς λέγεται νερό∙ ένας άλλος, άνεμος∙ κι ένας άλλος, ήλιος, κι αυτός ο ήλιος εμφανίζεται πάντα σαν αντιστάθμισμα μετά τη βροχή. Μύρισε τη βροχή. Άνοιξε τα φτερά.»

“Και γιατί δηλαδή πρέπει να πετάξω;» έκρωζε η Καλότυχη, με τις φτερούγες κολλημένες στο σώμα.
«Γιατί είσαι γλάρος –κι οι γλάροι πετάνε» νιαούριζε ο Ξερόλας. «Μου φαίνεται τρομερό να μην το ξέρεις! Τρομερό!».
«Εγώ, όμως, δε θέλω να πετάξω» έκρωζε η Καλότυχη. «Κι ούτε θέλω να ‘μαι γλάρος. Θέλω να ‘μαι γάτος –κι οι γάτες δεν πετάνε».
Ο Ζ. της έγλειψε τα δάκρυα, κι αμέσως νιαούρισε όπως κανείς άλλος δεν είχε νιαουρίσει μέχρι τότε:
«Είσαι γλάρος. Όλοι σ΄αγαπάμε Καλότυχη. Και σ’ αγαπάμε, γιατί είσαι μια γλαροπούλα –μια όμορφη γλαροπούλα. Δεν σου αντιλέγουμε όταν σ’ ακούμε να κρώζεις ότι είσαι γάτος, γιατί μας κολακεύει που θέλεις να ‘σαι σαν κι εμάς∙ όμως, είσαι διαφορετική από μας –και μας αρέσει που είσαι διαφορετική. Τη μάνα σου δεν μπορέσαμε να τη βοηθήσουμε –εσένα, όμως, ναι. Σε προστατέψαμε ώσπου να βγεις απ’ τ’ αβγό. Σου χαρίσαμε όλη μας τη στοργή, χωρίς να θέλουμε ποτέ να σε κάνουμε γάτο. Σε θέλουμε γλάρο, κι έτσι σε αγαπάμε. Νιώθουμε πως κι εσύ μας αγαπάς, πως είμαστε οι φίλοι σου, η οικογένεια σου, κι είναι καλό να ξέρεις πως μαζί σου μάθαμε κάτι το οποίο καμαρώνουμε: μάθαμε να εκτιμούμε, να σεβόμαστε και ν’ αγαπάμε ένα διαφορετικό πλάσμα. Είναι πολύ εύκολο ν’ αποδέχεσαι και ν’ αγαπάς αυτούς που είναι σαν κι εσένα, αλλά πολύ δύσκολο κάποιον που είναι διαφορετικός –κι εσύ, μας βοήθησες να το κατορθώσουμε. Είσαι γλάρος, και πρέπει ν’ ακολουθήσεις τον προορισμό των γλάρων. Πρέπει να πετάξεις. Όταν θα τα καταφέρεις, Καλότυχη, σε βεβαιώνω πως θα ‘σαι ευτυχισμένη, και τότε, τα αισθήματά σου για μας, και τα δικά μας για σένα, θα ‘ναι πιο έντονα και πιο όμορφα, γιατί θα ‘ναι μια αγάπη ανάμεσα σε εντελώς διαφορετικά πλάσματα».
«Ναι… αλλά φοβάμαι να πετάξω» έκρωξε η Καλότυχη και μαζεύτηκε.
«Όταν θα γίνει αυτό, θα ‘μαι μαζί σου. Το υποσχέθηκα στη μητέρα σου» νιαούρισε ο Ζ.
[…]
«Θα πετάξεις, Καλότυχη» νιαούρισε ο Ζ. «Πάρε μια βαθιά εισπνοή. Μύρισε τη βροχή. Η βροχή είναι νερό. Στη ζωή σου, θα συναντήσεις πολλούς λόγους για να ‘σαι ευτυχισμένη –ένας απ’ αυτούς λέγεται νερό∙ ένας άλλος, άνεμος∙ κι ένας άλλος, ήλιος, κι αυτός ο ήλιος εμφανίζεται πάντα σαν αντιστάθμισμα μετά τη βροχή. Μύρισε τη βροχή. Άνοιξε τα φτερά.»
Η γλαροπούλα άπλωστε τις φτερούγες της. Οι προβολείς την έλουζαν στο φως, κι η βροχή της έλουζε με πέρλες τα φτερά. Ο άνθρωπος κι ο γάτος την είδαν να υψώνει το κεφάλι με τα μάτια κλειστά.
«Η βροχή! Το νερό!» έκρωξε. «Μ’ αρέσει»
«Τώρα θα πετάξεις» νιαούρισε ο Ζ.
«Σ’ αγαπώ. Είσαι ένας θαυμάσιος γάτος» έκρωξε η Καλότυχη, πλησιάζοντας την άκρη του κάγκελου.
«Τώρα θα πετάξεις» νιαούρισε ο Ζ. «Όλος ο ουρανός θα ‘ναι δικός σου.»
«Δε θα σε ξεχάσω ποτέ… ούτε και τους άλλους γάτους» έκρωξε η Καλότυχη, κι οι μισές πατούσες της ήταν έξω από το κάγκελο, γιατί, όπως έλεγαν κι οι στίχοι του Ατσάγα, η καρδούλα της ήταν καρδιά ακροβάτη.
«Πέτα!» νιαούρισε ο Ζ, κι ύστερα τέντωσε το ένα του ποδάρι, κι ίσα που την άγγιξε.
Η Καλότυχη εξαφανίστηκε απ’ τα μάτια τους. Ο άνθρωπος κι ο γάτος φοβήθηκαν. Είχε πέσει σαν πέτρα. Με κομμένη την ανάσα απ’ την τρομάρα, έσκυψαν πάνω απ’ το κιγκλίδωμα, και τότε την είδαν να φτεροκοπάει, να πετάει πάνω απ’ το πάρκιγκ, κι ύστερα την είδαν να φτάνει ακόμα πιο ψηλά κι από τον χρυσαφένιο ανεμοδείκτη που στεφανώνει τη μοναδική ομορφιά του Αγίου Μιχαήλ.

[…]
«Πετάω, Ζ! Μπορώ και πετάω!» έκρωζε τρισευτυχισμένη από την απεραντοσύνη του γκρίζου ουρανού.
Ο άνθρωπος χάιδεψε το σβέρκο του γάτου.
«Εντάξει, γάτε. Τα καταφέραμε» είπε αναστενάζοντας.
«Ναι» νιαούρισε ο Ζ. «Στο χείλος του κενού κατάλαβα το πιο σημαντικό.»
«Α, ναι; Και τι είναι πιο σημαντικό» ρώτησε ο άνθρωπος.
«Πως πετάει μόνο αυτός που τολμάει να πετάξει» νιαούρισε ο γάτος.

Luis Sepulveda, Η ιστορία του γάτου που έμαθε σ’ ένα γλάρο να πετάει, Opera