Νιώθεις λύπη, ενοχή, οργή. Αισθάνεσαι ότι δεν μπορείς να απεξαρτηθείς από αυτά τα συναισθήματα. Με υποσυνείδητο τρόπο τα διαιωνίζεις, τα συντηρείς. Εμπλέκεσαι με τρόπο όπου αυτά τα συναισθήματα ανακυκλώνονται συνεχώς. Εξαρτάσαι από ό,τι στα προκαλεί, ίσως και με διάφορους υποσυνείδητους τρόπους πιέζεις άλλους να νιώσουν αυτά τα συναισθήματα, να σε κάνουν κι εσένα να νιώσεις συναισθήματα από τα οποία δυσκολεύεσαι να ελευθερωθείς.
Αυτό που σε βοηθά είναι να συγχωρέσεις τον εαυτό σου και να λυτρωθείς. Αυτό όμως σημαίνει αποδοχή των αδυναμιών σου, όπως και όλων των θετικών χαρακτηριστικών σου, αποχωρισμό από τον έλεγχο να συντηρείς ό,τι δεν σε βοηθά να προχωρήσεις στην αλήθεια σου, αγάπη για μια μοναχικότητα γόνιμη και δημιουργική, σεβασμό και εκτίμηση για αυτό που είναι οι άλλοι.
Χαρακτηρίζεις τον εαυτό σου θύμα, όπως ένιωθες ως παιδί. Αυτό που κάνεις όμως είναι παντοδυναμία, προσπάθεια να συντηρήσεις έναν ρόλο. Το ρόλο του θυμωμένου, του πληγωμένου, του οργισμένου παιδιού μέσα σου.
Μπορεί να έχεις πάρει το ρόλο του σωτήρα, να σώσεις τους άλλους όπως σαν παιδί ήλπιζες ότι θα έσωζες τους γονείς σου από τις δυσκολίες τους, θα σε προστάτευσαν από τις δικές σου. Μπορεί να έχεις το ρόλο του μάρτυρα, όπου είναι αποφασισμένος να θυσιαστεί για την πίστη του, για μια πίστη που θα ήθελαν να είχαν οι άλλοι για αυτόν.
Αυτό που σε βοηθά είναι να το αναγνωρίσεις. Όσο είσαι στους ρόλους σου, δεν αναλαμβάνεις την ευθύνη της αλλαγής σου. Όσο πιστεύεις ότι φοβάσαι να αλλάξεις, δεν συνειδητοποιείς ότι εκείνο που φοβάσαι να κάνεις είναι να αφήσεις πίσω σου αυτά που πίστευες για σένα. Όσο κατηγορείς τον εαυτό σου, γεμίζεις ενοχές και αυτές οι ενοχές εντείνουν το ήδη επώδυνο συναίσθημά σου. Δεν έφταιγες σε κάτι, νόμισες τον εαυτό σου υποχρεωμένο να αλλάξει τις συνθήκες τότε, στην πραγματικότητα όμως δεν είσαι υποχρεωμένος στους άλλους. Υπεύθυνος είσαι μόνο για τον εαυτό σου και για την αλλαγή σου, για τη βελτίωση της ψυχικής σου διάθεσης. Υπεύθυνος είσαι μόνο ως προς τον εαυτό σου.
Όσο συντηρείς τα συναισθήματα που ένιωσες στο παρελθόν, επικοινωνείς με τους άλλους ανθρώπους με τρόπο που να σε κάνουν να τα ξανανιώσεις. Τους πλησιάζεις με σκοπό. Τους φοράς ένα ρόλο άλλων προσώπων ή ίσως και το δικό σου. Δεν τους βλέπεις όπως είναι, δεν σχετίζεσαι μαζί τους όπως είναι. Προσπαθείς, υποσυνείδητα, να πείσεις τον εαυτό σου ότι αυτό που σου αξίζει είναι μοναχά ό,τι ένιωσες. Να κάνεις και τους άλλους να πειστούν ότι είσαι αυτό που πιστεύεις ότι είσαι, ώστε να μην έρθεις σε επαφή με τη γνησιότητα της αλήθειας σου.
Και όταν αυτό επιτυγχάνεται, όταν νιώθεις, δηλαδή, όπως ένιωθες ως παιδί, οργισμένη -ος, πληγωμένη -ος, τότε “δικαιώνεσαι” στη σκέψη ότι αυτό αξίζεις. Όταν οι άλλοι βλέπουν σε σένα αυτό που νόμιζες για τον εαυτό σου, τότε δεν έρχεσαι σε επαφή με το πένθος για τα χρόνια που πέρασαν χωρίς εσένα.
Χωρίς να το κάνουμε σκόπιμα, παίζουμε παιγνίδια στον εαυτό μας. Σαν να τον σαμποτάρουμε, με κάποιο τρόπο. Ελέγχουμε αυτό που νομίζουμε ότι είμαστε και το αναπαράγουμε.
Όταν όμως συντηρούμε τα συναισθήματα του παρελθόντος, εξαρτιόμαστε από το παρελθόν, από τους ρόλους που είχαμε. Δεν ζούμε τις στιγμές όπως είναι, αλλά όπως τις βιώναμε τότε. Με τρόπο που δεν καταλαβαίνουμε κάνουμε και τους ανθρώπους να μας βλέπουν όπως ήμασταν τότε, όπως θεωρούμε ότι ήμασταν, σύμφωνα με τη διαστρεβλωμένη ματιά ενός παιδιού που φαντασιώνεται την πραγματικότητα. Δεν διεκδικούμε τις επιθυμίες μας στο σήμερα με ενήλικο τρόπο, αλλά προσπαθούμε απεγνωσμένα να ικανοποιήσουμε ανάγκες που έμειναν ανικανοποίητες τότε. Δεν βλέπουμε τα πρόσωπα του παρόντος όπως είναι αλλά όπως τα πρόσωπα του παρελθόντος μας. Τα αιτήματα που τους απευθύνομε δεν είναι αιτήματα για ώριμη σχέση αλλά για ανακατασκευή του παρελθόντος μας. Θυμώνουμε μαζί τους γιατί δεν είναι αυτό που είναι, όπως θυμώναμε με τον εαυτό μας σαν παιδιά που δεν ήμασταν τα τέλεια παιδιά για να έχουμε την προσοχή τους. Νιώθαμε μόνοι μας και τους πείθουμε ότι αυτό που μας αξίζει είναι η μοναξιά. Μεταθέτουμε τα θετικά συναισθήματα που νιώθουμε αλλού, γιατί αυτό που νιώθουμε τώρα δεν το νιώσαμε στο παρελθόν και με κάποιο τρόπο πρέπει να το θυσιάσουμε, προκειμένου να κατασκευάσουμε ένα νέο ασφαλές παρελθόν.
Όταν δεν συμφιλιωνόμαστε με τα συναισθήματα που ζήσαμε στο παρελθόν, ξεπερνιώντας τα, δεν ζούμε για το σήμερα, δεν ζούμε γενικότερα.
Όταν συνειδητοποιούμε ότι αυτά τα συναισθήματα ανήκουν στο παρελθόν, όταν κατανοούμε το μικρό παιδί μέσα μας, χωρίς ενοχές και χωρίς επίκριση, διαχειριζόμαστε καλύτερα τη λύπη, το θυμό που μας προκαλούν τα συναισθήματα του παρόντος. Δεν νιώθουμε την ανάγκη να πάρουμε το βάρος του παρελθόντος, για να απαλλάξουμε τον εαυτό μας και άλλους από αυτό. Αισθανόμαστε ελεύθεροι να αξιοποιήσουμε τα γεγονότα της ζωής μας όπως θέλουμε. Δεν φοράμε ένα ρόλο προσπαθώντας με κάθε τρόπο να τον συντηρήσουμε, δεν φοράμε στους άλλους ανθρώπους ρόλους για να διατηρήσουμε εμείς τον δικό μας αλλά τους εκτιμάμε για αυτό που είναι. Όταν είμαστε αληθινοί με τον εαυτό μας, βάζουμε όρια σε ό,τι μας βγάζει από τον εαυτό μας, από την αλήθεια μας.
Ελευθερωνόμαστε από αυτά τα συναισθήματα, όταν δεν τιμωρούμε τον εαυτό μας για αυτά που νιώσαμε, όταν δεν επιζητάμε την τιμωρία των ανθρώπων που μας έκαναν να τα νιώσουμε τότε. Νιώθοντας κατανόηση, συγχωρούμε τον εαυτό μας, ανοίγει η καρδιά μας και κατανοούμε και τους άλλους. Βάζοντας όρια στην ανάγκη μας να τα ζήσουμε και πάλι, βάζουμε όρια σε ό,τι δεν μας αφορά, χωρίς συγκρούσεις αλλά με σταθερό και ήρεμο τρόπο. Όταν δεν νιώθουμε την ανάγκη να διαιωνίσουμε τους ρόλους μας (σωτήρα, μάρτυρα, καλού παιδιού κ.α), αποδεχόμαστε ότι αυτό που είμαστε είναι επαρκές και το κυριότερο είναι ΚΑΛΟ. Όταν δεν ανακυκλώνουμε τα συναισθήματα του παρελθόντος, όταν δεν συντηρούμε ρόλους, ανακαλύπτουμε την αλήθεια μας, βλέπουμε την πραγματικότητα όπως είναι, όπως και τον εαυτό μας σε αυτήν.
Όταν εκτιμάμε τον εαυτό μας για αυτό που είμαστε, για την αλήθεια μας, ζούμε.
Αγγελική Μπολουδάκη – Ειδικός Ψυχικής Υγείας