Όταν ήσουν παιδί, ένιωσες την απόλυτη αποδοχή. Ό,τι κι αν ήσουν, ό,τι κι αν έκανες, γινόταν δεκτό με έναν τρόπο που σε έκανε να νιώθεις πως η αξία σου είναι αδιαπραγμάτευτη. Υπήρχαν άνθρωποι που σε κοίταζαν με μάτια γεμάτα κατανόηση και αγάπη. Σε αγαπούσαν όχι για αυτά που έκανες, αλλά γι’ αυτό που ήσουν. Ήσουν η αγαπημένη τους, το κέντρο του κόσμου τους, το παιδί που μπορούσε να είναι ελεύθερο, αυθεντικό, αληθινό.
Αυτά τα πρόσωπα, όμως, δεν υπάρχουν πια στη ζωή σου. Η απουσία τους είναι μια πληγή που φαίνεται αβάσταχτη, ένας πόνος που δεν περιγράφεται με λόγια. Το σοκ της απώλειας ήταν τόσο μεγάλο, που δημιούργησες άμυνες για να προστατευτείς. Αρνήθηκες να δεχθείς ότι δεν είναι πια εδώ. Πώς θα μπορούσες άλλωστε; Ήταν η συντροφιά τους που σου έδινε νόημα, η αγκαλιά τους που σε κρατούσε ασφαλή, η παρουσία τους που έκανε τον κόσμο να μοιάζει λιγότερο τρομακτικός.
Και τώρα, πώς να αποδεχθείς αυτή την απώλεια; Πώς να συμφιλιωθείς με το κενό που αφήνει πίσω της; Η μοναξιά που συνεπάγεται η απουσία τους μοιάζει ανυπέρβλητη. Δεν είναι μόνο ότι τους έχασες. Είναι ότι έχασες κι ένα κομμάτι του εαυτού σου — εκείνο που ένιωθε αγαπημένο, εκείνο που ένιωθε πως ανήκει.
Το πένθος σε κυριεύει, σε βυθίζει στον πόνο. Κάθε ανάμνηση είναι γλυκιά αλλά και πικρή. Θυμάσαι τη ζεστασιά των στιγμών μαζί τους, αλλά η ανάμνηση αυτή φέρνει μαζί της την απόλυτη συνειδητοποίηση πως αυτές οι στιγμές δεν θα επιστρέψουν ποτέ. Και όσο κρατιέσαι από το παρελθόν, όσο προσπαθείς να αναστήσεις την εικόνα τους μέσα από την εξιδανίκευση, τόσο περισσότερο δυσκολεύεσαι να προχωρήσεις. Γιατί η εξιδανίκευση τους κρατά φυλακισμένους σε μια μορφή που δεν είναι πια αληθινή — τους απομακρύνει από την πραγματικότητα και σε εμποδίζει να τους αποχαιρετήσεις όπως πραγματικά ήταν.
Μια παραβολή μιλάει για έναν άνθρωπο που αναζητούσε σε ένα κλειστό σπίτι εκείνο που του έλειπε. Κι όσο κι αν του έλεγαν ότι οι ιδιοκτήτες είχαν φύγει, εκείνος επέμενε να περιμένει. Ήλπιζε πως αν περίμενε αρκετά, θα τους έβλεπε ξανά. Το σπίτι όμως έμενε κλειστό και ο άνθρωπος έμενε εκεί, μόνος, με το παράπονο να βαραίνει την καρδιά του.
Αγαπήθηκες βαθιά από αυτά τα πρόσωπα, και τους αγάπησες κι εσύ. Όμως, καθώς ο χρόνος περνά, συνειδητοποιείς πως για να μπορέσεις να τους κρατήσεις πραγματικά μέσα σου, πρέπει να τους αποδεχτείς όπως ήταν — με τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους. Γιατί μόνο έτσι μπορείς να ολοκληρώσεις το πένθος σου, να τους αποχαιρετήσεις και να κρατήσεις στην καρδιά σου την αγάπη τους καθαρή, χωρίς την παραμόρφωση της εξιδανίκευσης.
Κοίταξε βαθιά μέσα σου. Εκεί θα βρεις όλα όσα σου έδωσαν. Την αγάπη, τη δύναμη, την κατανόηση, την αποδοχή. Αυτά δεν χάθηκαν. Τα φέρεις μέσα σου, ακόμα κι αν δεν το συνειδητοποιείς πάντα. Κι όσο κρατάς ζωντανά αυτά τα δώρα, τιμάς τη μνήμη τους. Έτσι τους δίνεις έναν παντοτινό χώρο στην καρδιά σου, όχι μέσα από την εξιδανίκευση, αλλά μέσα από την ευγνωμοσύνη και τη σύνδεση με την ουσία τους.
Είναι σημαντικό να θυμάσαι πως η αποδοχή τους δεν ήταν ένα τυχαίο δώρο. Την κέρδισες, γιατί το άξιζες. Γιατί εσύ, με την αθωότητά σου, την αγνότητά σου, ήσουν ικανός να συνδεθείς μαζί τους. Όλα όσα θαύμαζες σε εκείνους — τη δύναμή τους, την καλοσύνη τους, την υπομονή τους — τα έχεις κι εσύ. Κάθε προτέρημά τους, αλλά και κάθε ελάττωμά τους, ζει μέσα σου. Και αυτή η συνειδητοποίηση σε καλεί να κοιτάξεις τον εαυτό σου με την ίδια αποδοχή που έβρισκες κάποτε σε εκείνους.
Όταν τους βλέπεις όπως ήταν, με τις ατέλειες και την ομορφιά τους, βλέπεις και εσένα όπως πραγματικά είσαι. Δεν είσαι τέλειος, αλλά είσαι αληθινός. Και αυτή η αλήθεια σου είναι αρκετή. Έτσι, μπορείς να δεσμευτείς με την πραγματικότητα, να δεις τον εαυτό σου όπως είναι, να αναγνωρίσεις τις ανάγκες σου και να χτίσεις σχέσεις που τιμούν την αξία σου.
Κράτησε μέσα σου την ευγνωμοσύνη για εκείνους. Δεν χρειάζεται να τους κρατήσεις ζωντανούς μέσα από την προσκόλληση. Μπορείς να τους τιμήσεις, ζώντας τη δική σου ζωή. Κάθε φορά που νιώθεις την επιθυμία να ζήσεις πλήρως, ακόμα και με τους πόνους, τους φόβους και τις δυσκολίες που αυτό συνεπάγεται, τους τιμάς. Γιατί τους δείχνεις πως το δώρο που σου έδωσαν — η αγάπη τους, η πίστη τους σε σένα — δεν πήγε χαμένο.
Έτσι τους αφήνεις να αναπαυθούν. Και μαζί τους, βρίσκεις κι εσύ τη γαλήνη. Γιατί η ζωή συνεχίζεται, κι εσύ αξίζεις να την αγκαλιάσεις, να την νιώσεις, να την ζήσεις με όλη τη δύναμη της ψυχής σου.