Μπορούμε να επιχειρήσουμε να καθορίσουμε αυτήν τη βάση -η οποία συνενώνει τις διάφορες εκδοχές της επιθυμίας- στην αίσθηση ενός βιώματος που μας προσπερνά. Αυτό σημαίνει ότι κάθε φορά που υπάρχει το βίωμα της επιθυμίας, “εγώ” αισθάνομαι αποστερημένος από την ασφαλή διακυβέρνηση του εαυτού μου, νιώθω πως άγομαι και φέρομαι από μια δύναμη που με ξεπερνά, που υπερβαίνει τη δυνατότητα διακυβέρνησης και ελέγχου του Εγώ.
Η επιθυμία για την οποία μιλά η ψυχανάλυση δεν πρέπει να συγχέεται με κίνητρα ή με την κινητήρια δύναμη της πρόθεσης. Αυτή η επιθυμία είναι ασυνείδητη, δεν είναι δηλαδή μια ιδιότητα του υποκειμένου, δεν γίνεται βίωμα ξεκινώντας ως αποτέλεσμα της θέλησης, δεν καθορίζεται από το Εγώ. Βασικά, η επιθυμία, νοούμενη ως ασυνείδητη, υποδηλώνει πάντα ότι ‘εγώ’ ή καλύτερα το Εγώ δεν είναι ποτέ ο ιδιοκτήτης, ο αποκλειστικός κάτοχος της. Το βίωμα της επιθυμίας είναι πράγματι ένα βίωμα απώλειας της κυριαρχίας, ένα αίσθημα ιλίγγου, κάτι που δίνεται στον εαυτό μου ως “πιο δυνατό” από τη θέλησή μου. Η επιθυμία ως δύναμη που με ξεπερνά δεν είναι κάτι που “εγώ” μπορώ να κυβερνήσω, δεν είναι στη διάθεσή μου, στη διάθεσή του Εγώ μου, αλλά είναι κυρίως το βίωμα μιας ολίσθησης, ενός εκτροχιασμού, μιας απώλειας κυριαρχίας, μιας πτώσης του Εγώ. Η επιθυμία έρχεται να βιωθεί ως κάτι που ταράσσει το Εγώ μου και όλες τις εδραιωμένες του πεποιθήσεις. Για τον λόγο αυτό, το στοιχείο που συνενώνει τα διάφορα πορτρέτα επιθυμίας συνίσταται στην υπερβολή της ως προς το Εγώ.
Μπορούμε να το ισχυριστούμε κατά τρόπο ριζικό: Δεν είμαι “εγώ” που αποφασίζω την επιθυμία “μου”, αλλά είναι η επιθυμία που αποφασίζει για μένα, που με ζεματίζει, με συγκλονίζει, με συν-αρπάζει, με ενθουσιάζει, με ανησυχεί, με εμψυχώνει, με στραπατσάρει, με βασανίζει, με πάει αλλού. Το βίωμα της επιθυμίας είναι το βίωμα μιας δύναμης καταχρηστικής, μιας δύναμης που προέρχεται από εμένα, αλλά υπερβαίνει το Εγώ που “εγώ” πιστεύω (με σιγουριά) πως είμαι. Η επιθυμία είναι μια δύναμη που υπερτερεί και αποκεντρώνει το Εγώ.
Το βίωμα της επιθυμίας δεν μπορεί να περιοριστεί, να συμπιεστεί, να αφομοιωθεί με το βίωμα του Εγώ-αφεντικού, δεν είναι ποτέ εμπειρία αυτού που εγώ σκέφτομαι πως είμαι, δεν είναι αυτοαναφορικό και ναρκισσιστικό βίωμα του Εγώ. Ας προσπαθήσουμε να το πούμε ακόμα καλύτερα: Το βίωμα της επιθυμίας δεν είναι του Εγώ, αλλά χωρίς Εγώ. Αυτό σημαίνει ότι η επιθυμία δεν είναι αυτό που δυναμώνει την ταυτότητα ισχυροποιώντας τα όρια της, δεν είναι το “τσιμέντο” της ταυτότητας, αλλά είναι κυρίως αυτό που τη διαλύει, την αποσταθεροποιεί, είναι ένα παράγοντας διατάραξης της ταυτότητας. Στο βίωμα της επιθυμίας, Εγώ δεν είμαι ποτέ κύριος-αφεντικό.
Το βίωμα της ασυνείδητης θίγει και αποδυναμώνει την αλαζονεία της πίστης στο Εγώ, γιατί αποκαλύπτει ότι κάτι επιθυμεί, επομένως υπάρχει, ωθεί, τείνει να αναδυθεί πέρα από το Εγώ. Εγώ είμαι κατειλημμένος, φερόμενος, κατεχόμενος, ζωογονημένος, κατακλεισμένος, διατρεχόμενος από την επιθυμία. Και ακριβώς για αυτόν τον λόγο δεν είναι ποτέ ολόκληρη δική μου, αλλά είναι βασικά ανοιχτή στη φιγούρα του Άλλου και στην ετερότητά του.
Όταν η προσκόλληση στο Εγώ εγκαταλείπεται, όταν το Εγώ αποδυναμώνεται, όταν δύει, όταν εκλείπει, όταν απο-προσωποποιείται, τότε εκεί, σε αυτό το λυκόφως της πίστης στην ταυτότητα του εαυτού, δίνεται η δυνατότητα να αφήσουμε να αναδυθεί η επιθυμία μας. Όταν απαγκιστρωνόμαστε από το Εγώ μας, από τις ναρκισσιστικές μας αυταπάτες, από τον πόνο που δημιουργείται από την προσκόλλησή μας στον εαυτό μας, ανακτάμε αυτό που είναι ήδη δικό μας και δεχόμαστε τον ψυχικό θεσμό της επιθυμίας ως πιο δυνατό. Αναλαμβάνουμε με υπευθυνότητα αυτόν τον ψυχικό θεσμό που μας υπερβαίνει και που είναι ταυτόχρονα δικός μας. Είμαστε υπεύθυνοι για την επιθυμία μας, για αυτήν την επιθυμία που δεν μπορεί ποτέ να έχουμε την αξίωση να την κυβερνήσουμε. Μπορεί να υπάρξει υπευθυνότητα χωρίς κυριότητα όπως και χωρίς ιδιοκτησία.
Η ανάδυση της ετερότητας της επιθυμίας υποχρεώνει το Εγώ να επαληθεύσει αλλά και να ανατρέψει όλα του τα όρια, τη ναρκισσιστική υπεροψία του, το ιδανικό της ψεύτικης κυριαρχίας και να δεχτεί την ετερότητα του Άλλου.
Αποσπάσματα από το βιβλίο: Πορτρέτα της επιθυμίας, Massimo Recalcati, κελευθος