Όταν ένα παιδί, ειδικά ένα κορίτσι, μεγαλώνει με τον πατέρα ως κεντρική φιγούρα που του παρέχει απόλυτη προσοχή, ασφάλεια και θαυμασμό, αυτό το παιδί μαθαίνει να αντιλαμβάνεται την αγάπη ως κάτι απόλυτο και εξιδανικευμένο. Ο πατέρας γίνεται ο άνθρωπος που είναι πάντα εκεί για να καλύψει κάθε ανάγκη, και μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η μικρή κόρη χτίζει την αίσθηση της αξίας της μέσα από την άνευ όρων αποδοχή και προστασία που λαμβάνει. Αυτό το πρότυπο όμως, ενώ δημιουργεί έναν συναισθηματικό δεσμό ασφαλείας, μπορεί να καταλήξει σε παγίδα όταν το άτομο μεταφέρει αυτήν την προσδοκία στις ενήλικες σχέσεις του.
Όταν μια τέτοια κόρη μεγαλώνει, και εισέρχεται στον κόσμο των ερωτικών σχέσεων, συχνά επιδιώκει να αναβιώσει αυτό το πρότυπο της εξιδανικευμένης αγάπης που της πρόσφερε ο πατέρας της. Όμως, οι ενήλικες σχέσεις βασίζονται σε διαφορετικές δυναμικές. Ο σύντροφος δεν μπορεί ούτε πρέπει να καλύπτει κάθε ανάγκη και επιθυμία χωρίς αμφισβήτηση, όπως ο πατέρας κάποτε έκανε. Ωστόσο, η δυσκολία να το αντιληφθεί αυτό το άτομο, το οδηγεί σε συναισθηματικές συγκρούσεις. Εάν ο σύντροφος δεν ανταποκρίνεται με τον ίδιο τρόπο, η απογοήτευση και ο θυμός μπορεί να προκύψουν, και συχνά το άτομο αισθάνεται εγκαταλελειμμένο ή μη κατανοητό.
Η προσκόλληση σε αυτό το εξιδανικευμένο μοντέλο αγάπης δημιουργεί μια κατάσταση όπου το άτομο αποτυγχάνει να δει την πραγματικότητα της σχέσης. Η αγάπη αντιμετωπίζεται ως κάτι μονομερές, όπου ο άλλος πρέπει να καλύπτει τις ανάγκες του ατόμου χωρίς αμφιβολία ή αντίσταση. Αυτή η προσδοκία είναι, φυσικά, μη ρεαλιστική, και καταλήγει να οδηγεί σε απογοήτευση και επιθετικότητα όταν τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως φανταζόταν. Στην πραγματικότητα, η αμοιβαιότητα και ο σεβασμός στις ανάγκες και τις προσδοκίες και των δύο μερών είναι βασικό στοιχείο για μια υγιή σχέση.
Αυτό το είδος σχέσης, που χαρακτηρίζεται από εξαρτητικότητα και την ανάγκη για συνεχή επιβεβαίωση, μπορεί να οδηγήσει σε μια αδυναμία ανάπτυξης μιας αυτόνομης και συνειδητής προσωπικότητας. Το άτομο εξαρτάται τόσο από την προσοχή και την αποδοχή του άλλου, που δεν μπορεί να βρει την εσωτερική του δύναμη και αυτοεκτίμηση. Έτσι, κάθε πιθανή αποτυχία ή ατέλεια του συντρόφου γίνεται πηγή σύγκρουσης, καθώς καταστρέφει την φαντασίωση της τέλειας σχέσης.
Η υπέρβαση αυτής της παγίδας απαιτεί μια βαθιά εσωτερική αναθεώρηση των αντιλήψεων και των προσδοκιών. Πρέπει να αναγνωριστεί ότι η αληθινή αγάπη δεν είναι η εξιδανικευμένη, μονομερής προσοχή που κάποτε λάμβανε το παιδί από τον πατέρα του. Η αγάπη σε μια ενήλικη σχέση είναι μια δέσμευση που βασίζεται στην αμοιβαιότητα, στην επικοινωνία και στον σεβασμό της αυτονομίας του κάθε ατόμου.
Η απελευθέρωση από αυτό το παλιό μοντέλο αγάπης προϋποθέτει την αποδοχή ότι η ζωή δεν είναι ένα παραμύθι όπου οι άλλοι είναι εκεί για να καλύπτουν διαρκώς τις ανάγκες μας. Η συνειδητοποίηση της αξίας μας χωρίς την ανάγκη εξωτερικής επιβεβαίωσης είναι το κλειδί για να μπορούμε να αγαπάμε αληθινά και να δεχόμαστε την αγάπη των άλλων. Αυτό σημαίνει ότι η προσωπική μας αξία δεν βασίζεται στο αν κάποιος μας θαυμάζει ή μας αποδέχεται ανεπιφύλακτα, αλλά στην δική μας ικανότητα να αποδεχόμαστε τον εαυτό μας.
Η απελευθέρωση από αυτές τις εξαρτητικές συμπεριφορές ξεκινά με τη δέσμευση να αλλάξουμε τις συναισθηματικές μας αντιδράσεις και να αναπτύξουμε την ικανότητα να διαχειριζόμαστε τις απογοητεύσεις. Πρακτικά, αυτό περιλαμβάνει:
Η πορεία προς μια υγιή, πραγματική αγάπη είναι μια διαδικασία ωρίμανσης και απελευθέρωσης από τις αυταπάτες της παιδικής ηλικίας. Η πραγματική αγάπη δεν είναι εξιδανικευμένη, αλλά περιλαμβάνει την αμοιβαία κατανόηση, την αποδοχή της ατέλειας, και την ετοιμότητα να δεσμευόμαστε με υπευθυνότητα.
Αγγελική Μπολουδάκη