

Όταν ένας γονιός φέρεται στο παιδί του χωρίς σεβασμό και εκτίμηση – δεν το συναισθάνεται, δεν το προστατεύει, δεν το βλέπει και δεν το ακούει – και ο άλλος γονιός παραμένει σιωπηλός, αδρανής, σχεδόν αόρατος, το παιδί βιώνει μια βαθιά υπαρξιακή μοναξιά.
Η παραμέληση ή η κακοποιητική στάση του ενός γονιού είναι ήδη ένα ισχυρό πλήγμα για τον ψυχισμό του παιδιού. Όταν όμως και ο άλλος γονιός, αντί να σταθεί ως ασφαλές καταφύγιο, επιλέγει τη σιωπή και την παθητικότητα, το παιδί δεν έχει πού να στραφεί. Δεν βρίσκει καμία αναγνώριση, καμία επικύρωση για αυτό που νιώθει ή για την αδικία που υφίσταται. Η σιωπή του δεύτερου γονιού μοιάζει σαν επιβεβαίωση ότι “έτσι έχουν τα πράγματα”, ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος, ούτε ελπίδα.
Η ψυχική απομόνωση που δημιουργείται μέσα σε αυτό το περιβάλλον είναι βαθιά και διαρκής. Το παιδί αρχίζει να αμφισβητεί την ίδια του την αξία. Αναρωτιέται:
«Μήπως δεν αξίζω να με σέβονται; Μήπως κάνω κάτι λάθος; Μήπως είναι φυσιολογικό να μη με βλέπουν και να μη με ακούν;»
Η αδράνεια του “παθητικού” γονιού δεν είναι ουδέτερη· είναι συνενοχή με τη σιωπή. Και συχνά, αυτή η σιωπή πονάει όσο – ή και περισσότερο – από τη ρητή απόρριψη του άλλου. Διότι εκεί όπου το παιδί ελπίζει να βρει υποστήριξη και φως, βρίσκει απλώς σκοτάδι και σιωπή.
Η στάση αυτή έχει σοβαρές συνέπειες στην ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού:
Διαμορφώνεται μια εσωτερικευμένη αίσθηση αναξιότητας.
Υπάρχει δυσκολία στη δημιουργία υγιών σχέσεων στο μέλλον.
Η εμπιστοσύνη προς τους ανθρώπους και προς τον εαυτό υπονομεύεται.
Το παιδί ενδέχεται να καταλήξει να υιοθετήσει ρόλους θυματοποίησης ή να γίνει, μελλοντικά, το ίδιο κακοποιητικό ή αμυντικά ψυχρό.
Και όλα αυτά όχι μόνο εξαιτίας της ενεργητικής βίας ή παραμέλησης, αλλά και της απουσίας εκείνου που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως προστατευτικός παράγοντας – του γονιού που είδε, άκουσε, κατάλαβε… αλλά δεν έκανε τίποτα.
Το παιδί χρειάζεται όμως παρόντες γονείς. Εκείνους που βλέπουν, νοιάζονται, παίρνουν θέση, παρεμβαίνουν. Εκείνους που θα γίνουν η φωνή του όταν η δική του πνίγεται μέσα στο φόβο και τη σύγχυση.
Αγγελική Μπολουδάκη