Μερικές φορές αισθάνεσαι ότι θέλεις να κάνεις αυτό που επιθυμείς, αλλά ταυτόχρονα αναρωτιέσαι: «Είναι πράγματι αυτό που θέλω;» Συχνά, μάλιστα, ζητάς τη γνώμη των άλλων για να αποφασίσεις. Η σύγχυση που νιώθεις σε κάνει να αναρωτιέσαι αν οι επιθυμίες σου είναι πραγματικά δικές σου ή αν διαμορφώνονται από την ανάγκη να είσαι αποδεκτός και αρεστός. Ποια είναι, τελικά, η δική σου επιθυμία;
Ως παιδί, απορρόφησες μηνύματα και οδηγίες από το περιβάλλον σου. Άκουσες πράγματα για σένα ή φαντάστηκες τι περίμεναν οι άλλοι από εσένα, και αυτά τα μηνύματα έγιναν μέρος της ταυτότητάς σου. Αν και δεν ανταποκρίνονται πάντα στην αλήθεια σου, ρίζωσαν μέσα σου, σαν προγραμματισμός που καθοδηγεί τις πράξεις σου. Έμαθες να ζεις σύμφωνα με το “πρέπει” που υπαγορεύουν οι προσδοκίες των άλλων, ακόμα κι όταν αυτό σου προκαλεί θυμό, λύπη ή θλίψη.
Αυτή η εσωτερική πάλη, η ανάγκη σου για αποδοχή από τους άλλους, συγκρούεται με την επιθυμία να είσαι ο πραγματικός σου εαυτός. Από τη μία, ζητάς ασφάλεια μέσα από την επιβεβαίωση, ενώ από την άλλη, θέλεις να νιώσεις ελεύθερος, να αναλάβεις την ευθύνη των επιλογών σου, να ζήσεις σύμφωνα με αυτό που πραγματικά είσαι.
Όταν λειτουργείς βάσει προγραμματισμένων “πρέπει”, είναι σαν να υποκύπτεις σε έναν τρόπο ύπαρξης που έχει γίνει συνήθεια. Παρατηρείς τον εαυτό σου να επαναλαμβάνει μοτίβα, να αναζητά την αποδοχή και να ζει με το βάρος μιας εικόνας που δεν είναι δική σου. Κι όμως, η αλλαγή αυτής της εικόνας δεν είναι εύκολη. Η προσκόλληση σε ό,τι έχεις μάθει να είσαι σου προσφέρει μια παράξενη αίσθηση ασφάλειας, ακόμα κι αν αυτό σε περιορίζει και σου δημιουργεί δυσφορία.
Η υπακοή σε μια ξένη εικόνα δεν απαιτεί ευθύνη, μονάχα επανάληψη. Αντίθετα, η επιθυμία να ζήσεις σύμφωνα με τη δική σου αλήθεια έχει ευθύνη. Σημαίνει να αναγνωρίσεις τι πραγματικά θέλεις, να πράξεις με συνείδηση και να αποδεχθείς τις συνέπειες των επιλογών σου. Όταν παρατηρείς τις πράξεις σου, μπορείς να διακρίνεις ποιες πηγάζουν από την καρδιά σου και ποιες υπαγορεύονται από ξένες επιταγές. Οι πράξεις που πηγάζουν από εσωτερικές εντολές έχουν πάντα στο επίκεντρο τον άλλον: «Πώς θα φανώ; Πώς θα με κρίνει; Θα με αποδεχτεί ή θα με απορρίψει; Τι να κάνω για να αρέσω;»
Αυτός ο τρόπος σκέψης σε αποσπά από το κέντρο σου. Δημιουργεί πνευματική και συναισθηματική σύγχυση, ενώ η επιθυμία σου να ευχαριστήσεις τους άλλους σε κάνει να σκορπίζεσαι. Δεν βιώνεις τη χαρά της ελευθερίας να είσαι ο εαυτός σου. Αντίθετα, λειτουργείς με έναν τρόπο που δεν είναι εναρμονισμένος με την πραγματική σου αξία, αναλώνοντας την ενέργειά σου για να εξασφαλίσεις την αποδοχή τους.
Όταν όμως επιλέγεις να ακολουθήσεις αυτό που πραγματικά σου αρέσει, κάτι αλλάζει. Μπορεί στην αρχή να αισθανθείς άγχος, φόβο ή μια αίσθηση αστάθειας. Η μετάβαση από την ανάγκη για εξωτερική επιβεβαίωση στη σιγουριά του να σου αρέσει ο εαυτός σου είναι μια απαιτητική διαδικασία. Ωστόσο, μέσα σου, η σύνδεση είναι βαθιά και αληθινή. Νιώθεις διαύγεια στις σκέψεις και τα συναισθήματά σου, ωριμότητα στις πράξεις σου. Η εκτίμηση για τον εαυτό σου γίνεται προτεραιότητα, όπως και η εκτίμηση για τον εαυτό του άλλου.
Όταν πράττεις σύμφωνα με την καρδιά σου, γεμίζεις χαρά. Όταν αποδέχεσαι τις συνέπειες των επιλογών σου, νιώθεις ελευθερία. Δεν ζεις πια για να αρέσεις στους άλλους. Ζεις για να είσαι αληθινός. Και τότε, οι άνθρωποι που μοιράζονται τις ίδιες αξίες μαζί σου έρχονται κοντά σου, όχι επειδή προσποιείσαι, αλλά επειδή η αυθεντικότητά σου τους εμπνέει να είναι κι αυτοί αληθινοί. Η χαρά σας ενώνει.
Η ζωή σου, έτσι, γεμίζει νόημα. Επιλέγεις να ζεις όπως θέλεις, να αγαπάς τη ζωή σου και να τη μοιράζεσαι με τους ανθρώπους που σε εκτιμούν για αυτό που είσαι. Αντικαθιστάς τον φόβο με την ελευθερία και την ψευδαίσθηση της αποδοχής με την αληθινή χαρά.
Ζήσε για σένα. Ζήσε όπως σου αξίζει.