Ο Carl Rogers λέει: «Κάθε άνθρωπος μαθαίνει νωρίς στη ζωή ότι έχει περισσότερες πιθανότητες να αγαπηθεί αν συμπεριφέρεται με ορισμένο τρόπο, αποδεκτό από τους πιο σημαντικούς στη ζωή του ανθρώπους, παρά αν η συμπεριφορά του είναι η αυθόρμητη έκφραση των συναισθημάτων του. Έτσι αρχίζει να αναπτύσσει ένα κέλυφος εξωτερικής συμπεριφοράς με το οποίο επικοινωνεί με τον εξωτερικό κόσμο. Αυτό το κέλυφος ίσως είναι σχετικά λεπτό, ένας ρόλος που παίζει συνειδητά με μια, τουλάχιστον, θαμπή επίγνωση ότι ο ίδιος σαν προσωπικότητα είναι εντελώς διαφορετικός από το ρόλο του. Πιθανόν όμως, το κέλυφος ή η πανοπλία να είναι πολύ σκληρό και να νομίζει ότι αυτό το κέλυφος είναι ο εαυτός του ξεχνώντας ποιος πραγματικά είναι.»
Στη σκέψη να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να είμαστε η αλήθεια μας, διστάζουμε. Το να αποκαλύψουμε την ευαλωτότητά μας, τις αδυναμίες μας, τις ανεπάρκειές μας, μας φοβίζει. Θα μας αποδεχτούν οι άλλοι; Θα κατανοήσουν τις πλευρές του εαυτού μας, που και εμείς δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε, να αποδεχτούμε και να αντέξουμε κάποιες φορές;
Αυτές οι σκέψεις μάς κρατούν μακριά από την αλήθειά μας. Υποσκάπτουν το αίσθημα της αξίας μας. Δεν μας βοηθούν να αισθανθούμε ενωμένοι, να νιώσουμε ακέραιοι. Εάν όμως νιώθουμε κατακερματισμένοι, πως να εμπιστευτούμε τον εαυτό μας, πως να καλλιεργήσουμε την αξία μας και φυσικά πως να συνδεθούμε;
Όσο νομίζουμε ότι θα πρέπει να είμαστε κάτι άλλο για να γίνουμε αποδεκτοί, φοβόμαστε. Ο φόβος γίνεται έλεγχος. Ο έλεγχος μας κάνει να αμφιβάλλουμε για την κρίση μας. Σαν να είμαστε κλεισμένοι σε ένα καθρέφτη, όπου τον ρωτάμε συνεχώς για την αξία μας και η απάντηση που παίρνουμε (δίνουμε) δεν μας δικαιώνει ποτέ. Ίσως γιατί το ερώτημα που κάνουμε δεν έχει απάντηση ή η απάντηση είναι πάντα ίδια. Όταν αλλάζουμε την ερώτηση, όταν καθησυχάζουμε το θυμό μέσα μας, όταν κατανοούμε, όταν συγχωρούμε, νιώθουμε ήρεμα. Σεβόμαστε και τον καθρέφτη μας, μια που είμαστε ελεύθεροι από την ανάγκη μας για αυτόν.
«Σχεδίασε όχι με κιμωλία, αλλά με αγάπη, εκείνο που θα είναι το σχέδιο.» (Βελιμίρ Χλέμπνικοφ)
Όταν αποδεχόμαστε τον ατελή εαυτό μας, συνδεόμαστε, κατανοούμε τις ατέλειες στους άλλους ανθρώπους. Ζούμε το τώρα για αυτό που είναι, για αυτό που του δίνουμε, για αυτό που δεχόμαστε ως δώρο με ευγνωμοσύνη.
Ένας περίπατος στο δάσος μας ηρεμεί, παρατηρούμε τα δέντρα, τα φυτά, τα πλάσματα της φύσης, να υπάρχουν ή να κινούνται στο δικό τους ρυθμό με ηρεμία και γαλήνη. Όταν αφηνόμαστε σε αυτήν την εικόνα, νιώθουμε μέρος της, νιώθουμε ένα μαζί της, να μας καλωσορίζει και να την καλωσορίζουμε με ηρεμία για αυτό που είναι, για αυτό που είμαστε.
Ο πραγματικός μας εαυτός νιώθει δύναμη αλλά και αδυναμία. Είναι επαρκής αλλά και ανεπαρκής. Είναι ευάλωτος και λυγίζει. Είναι ατελής κι όμως τόσο μοναδικός μέσα στις ατέλειές του.
Όσο πιο ειλικρινείς είμαστε με τον εαυτό μας, τόσο περισσότερο είμαστε σε επαφή με τα αισθήματά μας. Τα αναγνωρίζουμε, τους δίνουμε χώρο και χρόνο, γίνονται σημαντικά για μας, τα αφουγκραζόμαστε προσεκτικά. Η χαρά, η λύπη, ο πόνος, η ευτυχία, όλα είναι καλοδεχούμενα στην καρδιά μας με σεβασμό σε αυτό που είναι.
Αποδεχόμενοι τον εαυτό μας, τις δυνατότητές όπως και τις αδυναμίες μας, νιώθουμε όμορφα. Ανακαλύπτουμε ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τα πάντα, ότι μπορούμε να κάνουμε πολύ λιγότερα από αυτά που νόμιζε ο παντοδύναμος εαυτός μας, όμως συμμετέχουμε στη ζωή με το είναι μας και αυτό μας κάνει ευτυχισμένους. Η κάθε στιγμή μοιάζει μοναδική, γιατί η κάθε στιγμή μπορεί να δώσει όταν είμαστε ανοιχτοί σε αυτό που μας δίνει.
Αγγελική Μπολουδάκη