

Υπάρχουν παιδιά που μεγαλώνουν μέσα στη σιωπή. Όχι γιατί το σπίτι τους ήταν ήσυχο, αλλά γιατί κανείς δεν τους ρώτησε ποτέ πώς νιώθουν. Παιδιά που δεν πρόλαβαν να είναι παιδιά, γιατί έπρεπε να γίνουν “οι μεγάλοι” του σπιτιού. Παιδιά που τους φορτώθηκε ένας ρόλος που δεν τους ανήκε: να φροντίζουν, να καταλαβαίνουν, να αντέχουν, να σώζουν.
Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται γονεοποίηση (parentification) — και είναι μια μορφή συναισθηματικής αντιστροφής ρόλων, όπου το παιδί αναλαμβάνει την ευθύνη που κανονικά θα έπρεπε να έχει ο γονιός. Όμως, τις περισσότερες φορές, δεν έχει πρόσωπο τραυματικό ή βίαιο. Αντιθέτως, μπορεί να φοράει το χαμόγελο της “ωριμότητας”, το μπράβο του δασκάλου, το βλέμμα περηφάνιας του γονιού που λέει “χωρίς εσένα δεν θα τα κατάφερνα”.
Μπορεί να ήσουν εσύ αυτό το παιδί. Εκείνος που άκουγε τις εξομολογήσεις της μητέρας του όταν δεν άντεχε άλλο. Εκείνη που φρόντιζε τον μικρό της αδερφό γιατί ο πατέρας απουσίαζε — σωματικά ή συναισθηματικά. Εκείνος που έπνιξε το κλάμα του γιατί ήξερε πως δεν υπήρχε χώρος για αυτό. Εκείνη που ένιωσε πως η αγάπη έρχεται όταν προσφέρεις, όχι όταν υπάρχεις.
Και το παιδί προσαρμόστηκε. Έμαθε να διαβάζει τις διαθέσεις των άλλων σαν χάρτες. Να προβλέπει κρίσεις. Να ηρεμεί καταστάσεις. Να αγνοεί το δικό του στομάχι, τις ανάγκες του, την κούραση του, τα δάκρυά του. Γιατί δεν υπήρχε χρόνος να νιώσει. Υπήρχε μόνο η ανάγκη να σταθεί δυνατό. Για τους άλλους. Για να κρατηθεί το σπίτι όρθιο.
Όμως το σώμα θυμάται. Η ψυχή θυμάται. Και το τίμημα φαίνεται αργότερα — στην ενηλικίωση.
Σήμερα, ίσως:
Δυσκολεύεσαι να βάλεις όρια, γιατί νιώθεις πως προδίδεις ή απογοητεύεις.
Φοβάσαι να χρειαστείς κάτι, γιατί έχεις ταυτίσει την ανάγκη με αδυναμία.
Υπερλειτουργείς — φροντίζεις, οργανώνεις, προλαβαίνεις, εξαντλείσαι — γιατί έχεις μάθει ότι η αξία σου εξαρτάται από το πόσα προσφέρεις.
Υποχωρείς εύκολα, γιατί η σύγκρουση ξυπνά μέσα σου πανάρχαιους φόβους εγκατάλειψης ή χάους.
Νιώθεις συχνά ένοχος, ακόμα κι όταν απλώς ξεκουράζεσαι.
Αυτό που ίσως νομίζεις ότι είναι ο χαρακτήρας σου — η υπευθυνότητα, η “φροντίδα”, η ευαισθησία σου — είναι εν μέρει και προσαρμοστικές συμπεριφορές που ανέπτυξες για να επιβιώσεις σε ένα περιβάλλον όπου η συναισθηματική σου ασφάλεια δεν ήταν εγγυημένη.
Όμως δεν είναι αργά. Ποτέ δεν είναι αργά.
Η θεραπεία ξεκινά με την αναγνώριση. Να δεις την ιστορία σου με αλήθεια αλλά και με τρυφερότητα. Όχι για να κατηγορήσεις — αλλά για να αναγνωρίσεις ότι κάποιος πόνεσε μέσα σου. Και αυτός ο κάποιος ήταν παιδί. Εσύ.
Και μετά, ξεκινά η επανεκπαίδευση. Το σταδιακό, απαλό ξεμάθημα. Το να επιτρέψεις στον εαυτό σου να μην είναι πάντα “εκεί” για όλους. Το να δοκιμάσεις πώς είναι να μην φροντίζεις, και παρ’ όλα αυτά να συνεχίζεις να αξίζεις.
Τι χρειάζομαι αυτή τη στιγμή και δεν τολμώ να ζητήσω;
Πότε ήταν η τελευταία φορά που με ρώτησα πώς είμαι, χωρίς να ακολουθήσει η ενοχή;
Πιστεύω ότι αξίζω ξεκούραση; Ή πρέπει να εξαντληθώ πρώτα για να την «δικαιούμαι»;
Αν δεν χρειαζόταν να αποδείξω τίποτα, τι θα έκανα σήμερα;
Τι με κάνει να νιώθω ασφαλής μέσα μου — και πώς μπορώ να το καλλιεργήσω;
Πού λέω «ναι» ενώ μέσα μου φωνάζω «όχι»;
Τι φοβάμαι ότι θα συμβεί αν βάλω όρια;
Ποια σχέση με κουράζει διαρκώς, αλλά δυσκολεύομαι να την οριοθετήσω; Γιατί;
Μπορώ να είμαι καλός άνθρωπος και να λέω «όχι»;
Ποιανού τα βάρη κουβαλάω χωρίς να μου ζητηθεί;
Πού νιώθω πως αν δεν παρέμβω, όλα θα καταρρεύσουν;
Ποιον προσπαθώ να “σώσω”, ελπίζοντας ότι κάποτε θα με αγαπήσει;
Ποιο ρόλο παίζω στις σχέσεις μου που δεν είναι δικός μου;
Ποιος είμαι πέρα από αυτό που κάνω για τους άλλους;
Ποια μέρη του εαυτού μου δεν γνωρίζω ακόμα, γιατί έπρεπε να τα απωθήσω;
Τι με ευχαριστεί για εμένα, όχι για να πάρω αποδοχή;
Αν με έβγαζα από τον ρόλο του φροντιστή, τι μένει; Ποιος μένει;
Τι χρειάζεται το εσωτερικό μου παιδί να ακούσει σήμερα;
Πώς θα ήταν αν με αντιμετώπιζα με την ίδια φροντίδα που δίνω στους άλλους;
Τι σημαίνει, για μένα, να είμαι “αρκετός”;
Η απάντηση βρίσκεται στη συναισθηματική επανεκκίνηση — εκεί όπου μαθαίνεις ξανά, σαν να είσαι παιδί, ότι έχεις δικαίωμα να ζητάς, να ξεκουράζεσαι, να είσαι ευάλωτος. Ότι δεν χρειάζεται να διορθώσεις κανέναν για να είσαι αγαπητός. Ότι δεν έχεις ευθύνη για τη διάθεση ή την ευτυχία των άλλων. Ότι είσαι ήδη αρκετός, απλώς επειδή υπάρχεις.
Αυτό είναι το νόημα της επαναγονεοποίησης. Όχι να γίνεις αυστηρός γονιός του εαυτού σου. Αλλά να του γίνεις σύμμαχος, σύντροφος, γλυκός παρατηρητής και θεραπευτής. Να γίνεις ο ενήλικας που είχες ανάγκη όταν ήσουν παιδί.
Γιατί, τελικά,
δεν έπρεπε ποτέ να γίνεις ο γονιός του γονιού σου.
Και τώρα έχεις το δικαίωμα να γίνεις, επιτέλους, το παιδί που περίμενε μια ζωή να αγαπηθεί χωρίς όρους.
Αγγελική Μπολουδάκη